Labels

ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΒΙΟΓΡΑΦΙΕΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΙΣΤΟΡIΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΕΠΟΣ ΤΟΥ 40 ΝΕΟΤΕΡΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΒΙΝΤΕΟ ΤΟ ΧΡΟΝΟΝΤΟΥΛΑΠΟ ΜΑΣ ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΙ ΧΡΟΝΟΙ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΑΛΙΓΓΕΝΕΣΙΑ 1821-1832 ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΑΡΧΑΙΑ ΜΝΗΜΕΙΑ ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ ΕΛΛΑΔΑ 1967-1974 ΒΙΟΓΡΑΦΙΕΣ ΞΕΝΩΝ ΜΗ ΣΥΜΒΑΤΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΑΡΧΑΙΕΣ ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΠΟΛΕΙΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ Β΄ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΕΛΛΑΔΑ ΤΗΣ ΚΑΤΟΧΗΣ ΘΡΥΛΟΙ / ΠΑΡΑΔΟΣΕΙΣ Α΄ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΙΑ 1453 - 1821 ΑΡΧΑΙΑ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΑΡΧΑΙΟΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΙ ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΑΠΟΚΑΛΥΨΕΙΣ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΘΕΟΙ / ΗΜΙΘΕΟΙ / ΗΡΩΕΣ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΣΥΜΒΟΛΑ ΒΙΒΛΙΑ ΙΣΤΟΡΙΚΟΙ ΧΑΡΤΕΣ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΑΘΛΗΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΤΡΑΓΩΔΙΑ ΑΤΤΙΛΑΣ ΡΗΤΑ
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

20 Δεκεμβρίου 2013

Αταλάντη: Η μοναδική γυναίκα αργοναύτης

HALLE, Noel, Ο αγώνας του Ιππομένη και της Αταλάντης, 1762-65, Oil on canvas, 321 x 712 cm, Λούβρο, Παρίσι

Ηρωίδα της αρχαιότητας, η πιο γρήγορη από όλους τους θνητούς και η μοναδική γυναίκα αργοναύτης. Η ιστορία της συνδέεται άλλοτε με τους αρκαδικούς κι άλλοτε με τους βοιωτικούς μύθους. Οι δυο μύθοι έχουν τόσα κοινά χαρακτηριστικά που δεν μας επιτρέπουν να θεωρήσουμε πως υπήρχαν δυο διαφορετικές ηρωίδες με το ίδιο όνομα.

13 Δεκεμβρίου 2013

ΟΙ ΣΤΥΜΦΑΛΙΔΕΣ ΟΡΝΙΘΕΣ

Οι Στυμφαλίδες ΌρνιθεςΣτα βορειοανατολικά σύνορα του νομού Αρκαδίας βρισκόταν μια λίμνη. Ονομαζόταν λίμνη του Στύμφαλου. Εκεί, ανάμεσα στα πυκνά δέντρα της όχθης και τους θάμνους, έμεναν κάτι παράξενα και επικίνδυνα πουλιά που έμοιαζαν με κότες. Οι κάτοικοι τα ονόμαζαν Στυμφαλίδες Όρνιθες.

ΤΑ ΜΗΛΑ ΤΩΝ ΕΣΠΕΡΙΔΩΝ

Μήλα των Εσπερίδων
Τα μήλα των Εσπερίδων ήταν σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία, οι χρυσοί καρποί των δέντρων, που βρίσκονταν στον κήπο των Εσπερίδων. Είναι κυρίως γνωστά μέσω του μύθου του Ηρακλή καθώς η απόκτησή τους αποτέλεσε το αντικείμενο του ενδέκατου άθλου του.
Η προέλευση των μήλων

5 Δεκεμβρίου 2013

Εποχή των Θεών

Απεικόνιση του Θεού Έρωτα. Πίνακας του Καραβάτζιο, περ. 1600.

Οι «μύθοι προέλευσης» ή οι «μύθοι δημιουργίας» αποτελούν μια προσπάθεια να καταστεί ο κόσμος κατανοητός και να εξηγηθεί η προέλευση του με απλούς όρους.

Αχερουσία και κάτω κόσμος.

Ο θεός του κάτω κόσμου, ο θεός των νεκρών. Το βασίλειο του πεδίο συγκέντρωσης όσων αποδημούσαν δικαίων και αδίκων. Το όνομα του Πλούτωνας (= πλούτος = πλούσιος) του εδώθει κατ' ευφημισμό και γιατί κάτω από τη γη βρίσκονται τα πολύτιμα μέταλλά και λίθοι. 

Ακόμη, ίσως γνωστότερο όνομα για τον θεό είναι το Άδης (= Αϊδής = κρυφός, αυτός που δεν φαίνεται). 

2 Δεκεμβρίου 2013

ΟΙ ΟΡΦΙΚΟΙ ΥΜΝΟΙ ΤΩΝ ΗΛΙΑΚΩΝ ΘΕΟΤΗΤΩΝ

Ορφικός Ύμνος του δεύτερου Ηλιακού θεού, του μεγάλου Φοίβου Απόλλωνα. Γιος του πατέρα των θεών Δία και της Λητώς (κόρης του Τιτάνα Κοίου και της Τιτανίδας Φοίβης) και αδερφός της Αρτέμιδας, ταυτίστηκε με τον ίδιο τον Ήλιο, όπως και η Άρτεμις ταυτίστηκε με τη Σελήνη. Θεός λοιπόν του ήλιου και του φωτός, αλλά και της ομορφιάς, της μουσικής, της ποίησης, της θεραπευτικής, της αλήθειας, της προφητείας και της μαντικής.

30 Νοεμβρίου 2013

Ο Ωκεανός στην αρχαία Ελληνική Μυθολογία

Ο Ωκεανός (αρχ. ελλ. Ὠκεανός) στην αρχαία Ελληνική Μυθολογία ήταν γιος του Ουρανού και της Γαίας.
Η Ορφική Μυθολογία
Ο Ωκεανός είναι η αρχαιότερη θαλάσσια θεότητα της Ελληνικής Μυθολογίας. Εμφανίζεται για πρώτη φορά στα ορφικά ποιήματα μαζί με την Τηθύ. Σύμφωνα με αυτή την εκδοχή, η Νύχτα και ο Αιθέρας γέννησαν ένα ασημένιο αυγό, προφανώς το φεγγάρι. Από το αυγό αυτό βγήκε ο Έρωτας. Ο Έρωτας ταξινόμησε τα πάντα και έπλασε το αχανές Χάος ψηλά στον ουρανό και την γη Γαία από κάτω. Το Χάος και η Γαία ζευγαρώθηκαν με την συναίνεση του Έρωτα και γέννησαν τον Ωκεανό και την Τηθύα. Ο Ωκεανός εκ μέρους του άρχισε να γεννάει όλα τα ζωντανά πλάσματα της γης και όλους τους κατοπινούς θεούς.
Ο Ωκεανός Τιτάν
Σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή, ο Ωκεανός ήταν γιος του Ουρανού και της Γαίας και ισχυρότερος των δώδεκα Τιτάνων και Τιτανιδών. Όλοι τον ζήλευαν για την περίσσια δύναμή του και μονομαχούσαν συχνά για την υπεροχή. Όσες φορές προσπάθησε να βιάσει την Ήρα ο Δίας την προστάτευε και την έσωζε.
Με την αδερφή και σύζυγό του την Τηθύ έκανε απογόνους όλες τις θεότητες των ποταμών, της θάλασσας και των πηγών – τις Ωκεανίδες. Οι δυό τους ήτανε τόσο καρπεροί, που από την υπερπαραγωγή υδάτινων στοιχείων της φύσης γινόντουσαν πλημμύρες. Έτσι χωρίσανε τελικά και το κακό σταμάτησε.
Ο Ωκεανός και η Τηθύς δεν αναμίχτηκαν στην Τιτανομαχία κατά του Δία, γιαυτό και ο Δίας τους άφησε ανενόχλητους να κυριαρχούν στό υγρό τους βασίλειο.
Με την άλλη του αδερφή την Θεία γέννησε τους Κέκροπες.
Ερμηνεία και προέλευση του μύθου
Ο Ωκεανός αποτελούσε την ανθρωπόμορφη ιδεατή μορφή του υδάτινου κόσμου που περιέβαλε από παντού τη Γη ως παμμέγιστος ποταμός χωρίς πηγές αλλά και χωρίς εκβολές. Μετά τον κατακλυσμό του Δευκαλίωνα και την απόσυρση των υδάτων οι εμφανιζόμενοι ποταμοί λίμνες πηγές κλπ. απετέλεσαν αλληγορικά τα τέκνα του Ωκεανού. Για την ερμηνεία των πηγών πίστευαν πως ο Ωκεανός ήταν εκείνος που με υπόγεια ρεύματα τροφοδοτούσε τους ποταμούς που συνέχιζαν την αέναη κίνησή τους (ροή τους) εξ ου και ονομαζοταν «αψόρρους»
Ως συνέπεια των πρώτων παρατηρήσεων ο Ωκεανός θεωρούταν ένα τεράστιος κύκλος που δίχαζε την ουράνια σφαίρα στο υπεράνω της Γης ημισφαίριο και στο υπό της Γης ημισφαίριο γι' αυτό και ονομαζόταν επίσης «ορίζων». Κάτω από αυτή την αντίληψη όλοι οι συναφείς μύθοι παρουσίαζαν την ανατολή του Ήλιου της Ηούς, των αστέρων και των αστερισμών να γίνεται από τον Ωκεανό και στη συνέχεια να δύονται, (να βυθίζονται), επίσης σ' αυτόν. Πέραν δε του Ωκεανού, οι αρχαίοι πίστευαν ότι βρισκόταν ο ζοφερός Άδης.
Έτσι ο Ωκεανός όπως και όλες οι άλλες παρατηρούμενες φυσικές δυνάμεις αναβιβάστηκε στην έννοια του θεού και μάλιστα, με την έννοια του αρχικού στοιχείου, ως Πατέρας θεών και πραγμάτων. Έτσι παράλληλα με την αρχική θεϊκή δυάδα Ουρανού και Γαίας, οι αρχαίοι Έλληνες (παρατηρητές) δημιούργησαν τη θεϊκή δυάδα του πατέρα Ωκεανού και της μητέρας Τηθύος από την ένωση των οποίων, κατά την Θεογονία του Ησιόδου, γεννήθηκαν οι τρισχίλιοι ποτάμιοι θεοί (ποταμοί) και οι τρισχίλιες νύμφες οι καλούμενες Ωκεανίδες (ιδεατές ισάριθμες μορφές της ροής των αδελφών τους) των οποίων και τελικά τέκνα ήταν πολλά ανθρώπινα γένη (δηλαδή οι νησιώτες και οι παραποτάμιοι λαοί).
Χρήση του ονόματος
Πρώτος που κατέγραψε ιστορικά τον Ωκεανό με την έννοια της πολύ μεγάλης θαλάσσιας έκτασης ήταν ο Ηρόδοτος όπου και έκτοτε παρέμεινε ο όρος σε παγκόσμια χρήση με την αυτή έννοια.
Καλές Τέχνες
Στη Τέχνη ο Ωκεανός αρχικά παριστάνεται κυκλικός έχοντας στο μέσον τη γη, τον ουρανό και τη θάλασσα όπως στην ασπίδα του Ηρακλή αλλά και του Αχιλλέα. Στην Αλεξανδρινή εποχή (Ελληνιστική περίοδος) παριστάνεται ως γέρος γενειοφόρος ημίγυμνος με κέρατα τράγου. Στη συνέχεια στη Ρωμαϊκή περίοδο ως γέρος ημίγυμνος καθισμένος σε ανάκλιντρο του οποίου το στρώμα αποτελούσε η επιφάνεια της θάλασσας, προσκέφαλο του, ο Όλυμπος, (η Γη), φέροντας στο κεφάλι μικρό κάλυμμα ενώ στο δεξί χέρι μακρύ σκήπτρο. Τέτοιο ακριβώς γλυπτό βρίσκεται σήμερα στο Μουσείο της Νεάπολης στην Ιταλία.
Άγαλμα του Ωκεανού στη Ρώμη
Ο Ωκεανός (στα δεξιά), ο Νηρέας, η Δωρίς και οι άλλοι θεοί μάχονται τους Γίγαντες

29 Νοεμβρίου 2013

Οι Άνεμοι ως Θεότητες στην Αρχαια Ελλαδα

Οι Άνεμοι κι αυτοί σαν θεοί σαν τους τιμούν στην Αρχαία Ελλάδα με θυσίες και προσφορές, καθώς πολλές εκδηλώσεις της ζωής τους εξαρτώνται από τη βοήθεια τους. Ισχυρές είναι και οι πνοές των ανέμων στην Ησιόδεια Θεογονία. Στο έπος αυτό, όπου καταγράφεται η γένεση των θεών και η δημιουργία από αυτούς του κόσμου, οι φυσικές δυνάμεις, όπως οι άνεμοι, δεν είναι παρά προσωποποιημένες θεότητες, γόνοι θεών, που γεννούν κι αυτοί με τη σειρά τους άλλα δαιμονικά όντα.

Όταν στην «Ιλιάδα» ο Αχιλλέας προσφέρει τις νεκρικές τιμές στο φίλο του Πάτροκλο, και όλα είναι έτοιμα για να καεί το τοποθετημένο στην πυρά σώμα του Πατρόκλου, συμβαίνει να μην μπορεί να ανάψει η φωτιά. Ο Αχιλλέας τότε επικαλείται τους Ανέμους, τον Βορέα και τον Ζέφυρο, να έρθουν να ανάψουν τη φωτιά, και τους τάζει μεγάλες θυσίες. Την ευχή του Αχιλλέα ακούει η Ίρις, που ξεκινάει για την κατοικία των Ανέμων στη Θράκη. Τους βρίσκει όλους μαζεμένους σε συμπόσιο στο παλάτι του Ζέφυρου και τους λέει για την παράκληση του Αχιλλέα. Τότε οι δυο απ’ αυτούς, ο Βορέας και ο Ζέφυρος, ξεσηκώνονται με θεϊκή ορμή, διώχνουν τα σύννεφα και φτάνουν στην Τροία, όπου ανάβουν τη φωτιά φυσώντας δυνατά.


Εκτός από τον Βορέα και τον Ζέφυρο, υπάρχουν ακόμη ο Νότος και ο Εύρος. Ο Βορέας είναι πολύ δυνατός και βίαιος άνεμος που φυσά από τη Θράκη, φέρνει χιόνι και χαλάζι και ξεραίνει με την πνοή του τα νοτισμένα χωράφια. Ξέρουμε και από άλλες πηγές πως διακρινόταν για την ταχύτητα του τόσο, που κανείς δεν μπορούσε να τον ξεπεράσει στο τρέξιμο και ακόμα πως πέρα από την επικράτεια του στη Θράκη, υπήρχε η χώρα των Υπερβορέων.

Ο Νότος φέρνει ομίχλη και βροχές και είναι επικίνδυνος για όσους ταξιδεύουν στη θάλασσα το χειμώνα, αφού σηκώνει τεράστια κύματα.

 Ο Εύρος είναι νοτιοανατολικός άνεμος και συχνά συναγωνίζεται στο φύσημα με τον Νότο — πράγμα που κάνει να σπάζουν τα κλαδιά των δέντρων στα δάση.

Ο Ζέφυρος είναι δυτικός άνεμος, πολύ γρήγορος κι αυτός όσο ο Βορέας, και πολλές φορές επικίνδυνος· παρουσιάζεται όμως και ως ήπιος, δροσερός άνεμος, που φυσά μόνιμα σε παραδεισένιους τόπους, όπως είναι οι κήποι του Αλκίνοου και τα Ηλύσια Πεδία. 

Όμως οι Άνεμοι δεν παρουσιάζονται πάντοτε τέσσερις. Αλλού αποτελούν μια θεϊκή τριάδα Ζέφυρος-Βορέας-Νότος. Γονείς τους είναι η Ηώς και ο Αστραίος, που γέννησαν και τα Άστρα.


Ο Ζέφυρος είχε μια ερωτική ένωση με την Άρπυια Ποδάργη, εκεί που έβοσκε σ' ένα λιβάδι κοντά στο ρεύμα του μεγάλου Ωκεανού. Από την Ποδάργη τότε γεννήθηκαν τα άλογα Ξάνθος και Βαλίος, που έτρεχαν σαν τον άνεμο, και ανήκαν στον Αχιλλέα.

Και ο Βορέας έχει παιδιά άλογα: Ερωτεύτηκε τις φοράδες του Εριχθόνιου (γιου του Δάρδανου, του γενάρχη των Τρώων) που έβοσκαν στα όρο σερά βοσκοτόπια κάτω από το τρωικό βουνό ' Ιδα και αφού πήρε μορφή ίππου με μαύρη χαίτη, πλά­γιασε μαζί τους· αυτές γέννησαν δώδεκα πουλά­ρια, που όταν έτρεχαν δεν πατούσαν στη γη —τόσο, που τρέχοντας πάνω από σπαρμένα χωράφια δεν έσπαζαν τα στάχυα, και καλπάζοντας πάνω από τη θάλασσα μόλις που άγγιζαν τον αφρό των κυμάτων. 

Ο Βορέας όμως είναι πιο γνωστός για τον έρωτα που ένιωσε για την Ωρείθυια, την κόρη του βασιλιά της Αθήνας Ερεχθέα. Όταν κάποτε η Ωρείθυια έπαιζε στις όχθες του Ιλισού (κατ' άλ­λους στον Βριλησσό ή στον Άρειο Πάγο) ή πή­γαινε ως κανηφόρος στην Ακρόπολη, ήρθε ο Βο­ρέας και την άρπαξε. Την πήρε μαζί του στη μα­κρινή Θράκη όπου η Ωρείθυια του χάρισε δυο γιους, τους φτερωτούς Βορεάδες Ζήτη και Κάλαϊ, και δυο κόρες, την Κλεοπάτρα και τη Χιόνη. Οι γιοι τους αυτοί έλαβαν μέρος στην Αργοναυ­τική Εκστρατεία και κυνήγησαν τις Άρπυιες — ενώ η Κλεοπάτρα παντρεύτηκε τον Φινέα. 


Ο τρομακτικός Τυφώνας
Όταν οι θεοί του Ολύμπου νίκησαν στην Τιτανομαχία και τη Γιγαντομαχία κι έριξαν τους Τιτάνες στα Τάρταρα και αφάνισαν τους Γίγαντες, η Γη, για να πάρει εκδίκηση για τα παιδιά της, ενώθηκε με τον Τάρταρο και γέννησε, στερνό αντίπαλο των Ολυμπίων, τον Τυφώνα. Τέρας ήταν ο Τυφώνας με χέρια δυνατά και ακάματα πόδια. Από τους ώμους του φύτρωναν εκατό κεφάλια φιδιού που πέταγαν έξω τις γλώσσες τους και γλείφονταν. Τα κεφάλια του λαμποκοπούσαν από τη φλόγα των ματιών τους, ενώ από τα στόματά τους έβγαιναν λογιών λογιών φωνές που ξεσήκωναν απερίγραπτη βοή. Στην αναμέτρησή τους με τον Δία ήταν ο θεός από τη μια με τις αστραπές, τις βροντές και τους κεραυνούς του κι αυτός από την άλλη με τους μανιασμένους ανέμους και τις φλόγες. Μέσα στην κοσμογονική αυτή αναταραχή, η γη σειόταν κι η θάλασσα ύψωνε τεράστια κύματα κι έβραζε γη, ουρανός και πόντος. Ο Δίας τελικά τον νίκησε τον Τυφώνα και τον έριξε με οργή στα βάθη του Τάρταρου.

Στον Απολλόδωρο , η γιγάντια, τρομακτική μορφή του Τυφώνα περιγράφεται με κάθε φρικιαστική λεπτομέρεια και η μονομαχία του με τον Δια παρουσιάζεται ακόμα πιο σκληρή. Κι ενώ οι άλλοι θεοί για να αποφύγουν τον Τυφώνα κατέφυγαν έντρομοι στην Αίγυπτο, μεταμορφώθηκαν μάλιστα και σε ζώα για μεγαλύτερη ασφάλεια, ο ύψιστος θεός του Ολύμπου μετά βίας κατόρθωσε να σωθεί - ο αντίπαλός του τον ακινητοποίησε κόβοντας τα νεύρα των άκρων του - και τελικά να τον νικήσει και να τον θάψει κάτω από την Αίτνα.


Αλλά οι μύθοι για τον Τυφώνα, προφανώς επηρεασμένοι από αντίστοιχους της Ανατολής, δεν τελειώνουν εδώ. Μεταγενέστεροι μυθοπλάστες πρόσθεσαν κι αυτοί τις δικές τους εκδοχές για την γέννηση και τη δράση του δαιμονικού όντος.Ο Τυφώνας προσωποποιούσε για τους Αρχαίους όχι μόνο τον βίαιο άνεμο αλλά γενικότερα την ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα και την ηφαιστειακή και σεισμική δραστηριότητα, φαινόμενα που ανατρέπουν την εύρυθμη λειτουργία των φυσικών μηχανισμών και απειλούν τις ίδιες τις θεότητες που επιτηρούν και διαφυλάσσουν την τάξη του κόσμου.

Από τον Τυφώνα γεννήθηκαν οι άνεμοι που φυσούν υγροί στη θάλασσα και λυσσομανούν, μεγάλη συμφορά για τους θνητούς, έτσι όπως χάνονται κι αυτοί μαζί με τα καράβια τους στον πόντο. Το ίδιο φυσούν και στην ξηρά και καταστρέφουν την ανθόσπαρτη γη σκεπάζοντας τα πάντα με σκόνη και προκαλώντας δεινή ταραχή. Του Τυφώνα γόνοι ήταν εξάλλου και ο Κέρβερος, η Λερναία Ύδρα, η Σκύλα και άλλα αποτρόπαια όντα. Στοιχεία της φύσης οι άνεμοι, που τα συνέλαβαν ως πανίσχυρους δαίμονες οι πρώτοι άνθρωποι και τους έδωσαν σχήμα, μετουσιώνοντας τα αόρατο και το ασύλληπτο σε ορατό και συγκεκριμένο για να πληρώσουν την αδήριτη ανάγκη κατανόησης του κόσμου τους. Προοδευτικά ωστόσο, ο νους εκτόπισε την ασυγκράτητη φαντασία και παρακάμπτοντας τους μύθους κατέλαβε αυτός την πρωτεύουσα θέση στη διαδικασία της, έλλογης πλέον, ερμηνείας του σύμπαντος.


Ο Αίολος

Ο Αίολος, στην ελληνική μυθολογία, ήταν ο διορισμένος από τον Δία ταμίας των ανέμων. Ο Αίολος κρατούσε τους ανέμους μέσα στον ασκό του και τους άφηνε μετά από εντολή του Δία. Ήταν γιος του Ιππότη, όπως λέει ο Όμηρος. Γι' αυτό λεγόταν Ιπποτάδης. Ζούσε στη νήσο Αιολία, που είχε χάλκινα τείχη.Το νησί αυτό πιστευόταν ότι ήταν η Στρογγύλη, το σημερινό Στρόμπολι , εξ ου και η ονομασία Αιολίδες Νήσοι για τα σύμπλεγμα που ανήκε εκει.Ζούσε στο νησί μαζί με την γυναίκα του Αμφιθέα.

Είχε έξι γιους και έξι κόρες, που προσωποποιούσαν τους ανέμους. Οι γιοι τους δυνατούς ανέμους, οι θυγατέρες τους ήπιους (τις αύρες). Σύμφωνα με μεταγενέστερη εκδοχή του μύθου, ο Αίλος ήταν γιος του Ποσειδώνα και της Άρνης. Με τη μητέρα του και τον αδελφό του Βοιωτό ζούσε στο Μεταπόντιο. Όταν αναγκάστηκε να φύγει από το Μεταπόντιο, λόγω του φόνου της θετής του μητέρας Αυτολύκης, κατέφυγε σ' ένα νησί του Τυρρηνικού Πελάγους, όπου έχτισε την πόλη Μπάρα, κατά τον Διόδωρο Σικελιώτη.    

Εφεύρε τα πανιά που κινούν τα πλοία και δίδαξε τη χρήση τους στους υπηκόους του. Ο Οδυσσέας με τους συντρόφους του πήγε στην Αιολία, όπου ο Αίολος τους φιλοξένησε ένα μήνα. Όταν ζήτησε τη βοήθεια του Αιόλου για να αναχωρήσει, αυτός έκλεισε όλους τους ανέμους σε ένα ασκί και άφησε μόνο τον ούριο Ζέφυρο να πνέει ευνοϊκά γι' αυτούς. Με τη βοήθεια του Ζέφυρου ο Οδυσσέας και οι σύντροφοί του έφτασαν πολύ κοντά στην Ιθάκη. Αλλά κάποια στιγμή που ο Οδυσσέας αποκοιμήθηκε, οι σύντροφοί του άνοιξαν το ασκί, νομίζοντας ότι έχει χρυσάφι, και άφησαν ελεύθερους όλους τους ανέμους. Ξέσπασε θύελλα η οποία έστειλε τον Οδυσσέα πίσω στο νησί του Αιόλου, ο οποίος όμως δεν δέχτηκε να τον βοηθήσει και πάλι, τιμωρώντας τον για την ασέβεια των συντρόφων του.


Οι Έλληνες θεωρούσαν τον Αίολο ταμία των ανέμων, όχι θεό τους. Γι' αυτό δεν είχε ιερά, ούτε γίνονταν θυσίες προς τιμήν του. Θεό τον θεωρούσαν οι Ρωμαίοι. Ο Βιργίλιος στην «Αινειάδα» τον αναφέρει ως βασιλιά που κατοικεί σε ένα άντρο, όπου είναι φυλακισμένοι οι άνεμοι, σ' αυτόν δε καταφεύγει η Ήρα όταν αποφασίζει να καταστρέψει τα καράβια των Τρώων.

Μία από τις κόρες του Αιόλου ήταν η Αλκυόνη η οποία σχετίζεται με τον μύθο των Αλκυονίδων ημερών. Η Αλκυόνη ερωτεύτηκε τον Κύηκα και ζούσαν ευτυχισμένοι, αλλά μια μέρα ο Κύηκας πνίγηκε ψαρεύοντας και η Αλκυόνη από τον πόνο της έπεσε στα βράχια και σκοτώθηκε. Οι θεοί τους λυπήθηκαν και τους έκαναν πουλιά. Ο Δίας μάλιστα πρόσταξε τον Αίολο κάθε χρόνο τον Ιανουάριο να σταματάει τους ανέμους για να μπορεί η Αλκυόνη να επωάσει τα αυγά της.Στους Αέρηδες, το μνημείο που βρίσκεται στην Πλάκα, απεικονίζεται ο Αίολος μαζί με τους βοηθούς του , ανέμους, Βορρέα, Καικία, Απηλιώτη, Εύρο, Νότο, Λιψ, Ζέφυρο, Σκίρων.


Λαϊκές παραδόσεις

Ο Εμπεδοκλής, τον 5ο αιώνα π.Χ, μαθαίνει στους οπαδούς του πώς να κόβουν (να καταλαγιάζουν) τους ανέμους ή να τους σηκώνουν (απελευθερώνουν), όταν θέλουν. Και όταν κάποτε τα δέντρα κινδύνευσαν να πάθουν ζημιές από τα δυνατά μελτέμια, ο Εμπεδοκλής παρότρυνε να σφάξουν γαϊδούρια και να απλώσουν τα δέρματά τους ολόγυρα στις κορυφές των λόφων και των βουνών για να πιάσουν τους ανέμους . Τα μελτέμια κόπηκαν και ο Εμπεδοκλής προσαγορεύτηκε Κωλυσανέμας

 Η αρχαία παράδοση κάνει λόγο και για ειδικούς δέτες των ανέμων, παρέχει μάλιστα και τον τρόπο της σχετικής ενέργειας. Στην Κόρινθο υπήρχε γένος ευγενών, που ονομάζονταν "Ανεμοκοίται", εξορκιστές που αποκοίμιζαν τους ανέμους.

 Στην Αθήνα επίσης υπήρχαν οι Ευδάμενοι, κοιμιστές και αυτοί των ανέμων, ενώ στην Τιτάνη της Κορινθίας, κοντά στη Σικυώνα, υπήρχε βωμός των Ανέμων, όπου μια νύχτα του έτους, ο ιερέας "θύει, δρά δε και άλλα απόρρητα είς βόθρους τέσσαρας, ημερούμενος των πνευμάτων το άγριον, και δή και Μηδείας, ως λέγουσιν, επωδάς επάδει" (Παυσανίας 2.12,1).



Στο Βυζάντιο, η αρχαία παράδοση συνεχίζεται και είναι χαρακτηριστική η μαρτυρία ότι στα χρόνια του Μ. Κωνσταντίνου κάποιος Σώπατρος καταδικάζεται και θανατώνεται με την κατηγορία ότι έδεσε τους ανέμους και εμπόδισε να έρθουν τα καράβια με το σιτάρι από την Αίγυπτο.

Η μαγική παράδοση γύρω από τους ανέμους μαρτυρείται και στους νεώτερους χρόνους. Οι πληροφορίες είναι αρκετές. Στην Κάλυμνο συνηθιζόταν κατάδεσμος του βορρά με δέσιμο σπάγκων σε σταυροδρόμια και με εκφώνηση ειδικής επωδής, συνοδευόμενης με ύβρεις.

Δέσιμο του σφοδρού ανέμου γινόταν επίσης στη Σαλαμίνα, όπου πήγαιναν σ' ένα εκκλησάκι πάνω σε ύψωμα και εκεί έκλειναν το παράθυρο που βρισκόταν στη μεριά του ανέμου και κρεμούσαν ένα κομμάτι δίχτυ.

Γνωστός είναι ο "χορός του κυρ-Βοριά" στη Σίφνο την Κυριακή της Τυροφάγου, με πρώτο μάλιστα χορευτή στον κύκλο τον ιερέα του χωριού, καθώς και ο ανάλογος χορός στην Κάρυστο την Πέμπτη της Διακαινησίμου, για εξουδετέρωση και εδώ του καταστρεπτικού βοριά.

Μια διαφορετική αντιμετώπιση του πνέοντος σφοδρού ανέμου που εμπόδιζε το λίχνισμα των σιτηρών, υπάρχει στους Παρανύμφους του Ηρακλείου, στο νότιο μέρος της Κρήτης: για να κατασιγάσει κατέφυγαν στην "κεροδοσία" του χωριού, στον τελετουργικό δηλαδή περισχοινισμό του, αρχίζοντας από την εκκλησία, με ειδικά κατεργασμένο από τις γυναίκες νήμα, που στη συνέχεια έγινε κεράκια για την εκκλησία, όπως συνηθίζεται όταν κάποιος κίνδυνος απειλεί το χωριό, ή προληπτικά για αποτροπή κάθε κακού.


Στην Ικαρία υπάρχουν τα "Ανεμοτάφια", τοποθεσίες με σωρούς από χώμα σε σχήμα τύμβου, με πέτρες ριγμένες πάνω τους, όπου, κατά την παράδοση, έθαβαν τον αέρα.

Ενδιαφέρουσα είναι η σχετική περιγραφή από γέροντα αφηγητή: "Παίρνασι μία στάμνα ανοιγμένη από μπροστά, ήπιανεν την ο πιο γέρος και ήβαζεν το στόμα της σ' ένα λάκκο, που ήταν ανοιγμένος και άμα ήπιανεν να σφυρίζει, την τάπωνε με το χέριν του και ήλεεν της λόγια που δεν τα ανιστορώ. Ύστερις ήβαλλεν την στο λάκκο και ήχωνεν την. Ύστερις ούλοι οι χωριανοί ηπιάνασι κάτι ατσαχούς (πέτρες) και ήρριχναν τους από πάνω, ήλεεν ο καθένας από ένα ανάθεμα και κάτι άλλα λόγια μαγικά και ηφεύγασι".

Η τελετουργία αυτή, με μορφή δρωμένου, φαίνεται να σταμάτησε πριν από διακόσια πενήντα περίπου χρόνια, όταν οι τελεστές απειλήθηκαν με εξορισμό από τον τοπικό ιεράρχη.


Τα τοπωνύμια όμως ποτέ δεν ξεχάστηκαν και τα μαγικά λόγια, που αντιπροσώπευαν την επωδή του καταδέσμου σε πείσμα του χρόνου και της όποιας απαγόρευσης. 



ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟ ΕΝΑΤΟ ΚΥΜΑ

28 Νοεμβρίου 2013

Άδης ο βασιλιάς του Κάτω Κόσμου, ο θεός του θανάτου και των νεκρών.

Ο Άδης ήταν ο βασιλιάς του Κάτω Κόσμου, ο θεός του θανάτου και των νεκρών.Οι άνθρωποι αποφεύγουν να πουν το όνομά του, από φόβο μήπως προκαλέσουν την οργή του. Για αυτό χρησιμοποιούσαν άλλες προσωνυμίες. Ονομαζόταν επίσης Άιδης (α στερητικό και ιδείν = αόρατος) και Αιδωνεύς. Οι αρχαίοι πίστευαν πως ο Άδης γινόταν αόρατος με την κυνή (περικεφαλαία) που φορούσε. Η κυνή τον έκανε αόρατο στα μάτια των θνητών αλλά και των θεών.Τον αποκαλούσαν ευφημιστικά Εύβουλο, Ευρύπυλο, Κλύμενο και Περίκλυτο.Ο Αισχύλος τον αποκαλεί πολυξενώτατον Ζήνα των κεκμηκότων, δηλαδή Δία που φιλοξενεί στο παλάτι του πλήθος νεκρούς. Επίσης ονομαζόταν και Κλυτόπωλος, γιατί σύμφωνα με μία παράδοση, τους νεκρούς τους μετέφεραν στον Κάτω Κόσμο τα δαιμονικά άλογα που είχε στους στάβλους του ο θεός.Για την αυστηρότητά του ονομαζόταν Αδάμας, Αδάμαστος, Άδμητος και Αμείλιχος και Νηλεύς (ανελέητος).

Επίσης τον ονόμαζαν Ίφθιμο, Κρατερό και Πελώριο, ενώ για το πλήθος των νεκρών που δεχόταν τον ονόμαζαν Αγησίλαο, Παγκοίτη, Πολυρέγμων και Πολυδέκτη.Ως χθόνια θεότητα ονομαζόταν Ζευς χθόνιος ή υποχθόνιος, Πλουτεύς ή Πλούτων, ο "πλούσιος", εξαιτίας του πλούτου που κρύβεται στη γη (καρποί - μέταλλα). Με το όνομα αυτό συνδέθηκε με το μύθο της Περσεφόνης και με την επίδραση των Ελευσίνιων Μυστηρίων έγινε ηπιότερος θεός και λατρεύτηκε σαν ο πάροχος του πλούτου που προέρχεται κάτω από τη γη. Συχνά παριστάνεται να κρατά το κέρας της αφθονίας, σύμβολο του πλούτου. Με αυτήν την επωνυμία είχε πολλά ιερά σε όλη την Ελλάδα.Στις απεικονίσεις μοιάζει με το Δία και τον Ποσειδώνα, εκτός από τα μαλλιά του που πέφτουν κάτω από το μέτωπό του. Σε παλαιότερες απεικονίσεις παρουσιάζεται ηλικιωμένος, με γενειάδα, φορώντας χιτώνα ή μανδύα, με διάδημα στα μαλλιά, να κρατάει σκήπτρο και να κάθεται πάνω σε θρόνο. Δίπλα στα πόδια του βρίσκονται ο κέρβερος και τα κλειδιά του Κάτω Κόσμου.

Κατά τους θεογονικούς μύθους, ο Δίας, με τον «σπαργανωμένον λίθον» της μητέρας του Ρέας διέφυγε την επιβουλή του πατέρα του Κρόνου.Επειτα με το «φάρμακο» της Μήτιδας ανάγκασε τον Κρόνο να «εξεμέσει» τους αδελφούς και τις αδελφές του και άρχισε τον πόλεμο κατά των Τι­τάνων και του Κρόνου. Ο Δίας είχε με το μέρος του τους Κύκλωπες, οι οποίοι εφοδίασαν τον ίδιο με το πιο ακαταμάχητο όπλο, τον κεραυνό, και τον αδελφό του Ποσειδώνα με την τρίαινα. Ο τρίτος αδελφός, ο Άδης, πήρε από τους Κύκλωπες την «κυνέην», ένα κράνος ή σκούφια που έκανε αό­ρατο εκείνον που τη φορούσε, ενώ ο ίδιος έβλε­πε τους άλλους. Οταν ο πόλεμος κατά των Τιτά­νων τελείωσε, ο Δίας, ο Ποσειδώνας και ο Άδης μοιράστηκαν τον κόσμο με κλήρο και πήρε ο Δίας την έν ούρανώ δυναστείαν, ο Ποσειδώνας την έν θαλασσή και ο Άδης την κυριαρχία στον Κάτω Κόσμο. Ο Κάτω Κόσμος, τα εύρώεντα δώματα του Άδη, ήταν μεγάλη έκταση, περιφραγμένη, κάτω από τη γη, στην οποία έμπαινε κανείς από πύλη που τη φρουρούσε ο Κέρβερος επιτρέποντας μό­νο την είσοδο, όχι και την έξοδο. Tα κλειδιά της πύλης έλεγαν πως ο Άδης τα εμπιστευόταν στον ήρωα Αιακό που ήταν ο ευσεβέστερος τωνσυγχρόνων του και ο μόνος που οι θεοί άκουγαν τις προσευχές του, όσο ο Αιακός βρισκόταν στη ζωή.

Στην πύλη του Άδη έφταναν οι νεκροί, αφού διέπλεαν με το άκάτιον του Χάρωνα τον Αχέροντα ποταμό και την Αχερουσία λίμνη. Ο πο­ταμός και η λίμνη ανήκαν στον Επάνω Κόσμο. Στον Κάτω Κόσμο υπήρχε ένα μόνο νερό που πήγαζε από βράχο, η Στυξ, στην οποία ορκίζον­ταν οι θεοί. Το όνομα της Στύγας προκαλούσε φόβο σε θεούς και ανθρώπους. Σε πολλά μέρη του αρχαίου κόσμου υπήρχαν τα λεγόμενα «στόμια του Άδη», όπου γίνονταν ιεροπραξίες για την εξιλέωση των θεοτήτων του Κάτω Κόσμου, μπορούσαν όμως να ανακαλούνται στα ιερά που ιδρύονταν εκεί και ψυχές νεκρών. Μερικοί μύθοι διηγούνταν πως και ζωντανοί ήρωες μπόρεσαν να κατέβουν στον Άδη από τα στόμια αυτά, ιδίως του Ταινάρου, και να επανέλ­θουν κατόπιν στον Επάνω Κόσμο. Οι θεοί κατέ­βαιναν ευκολότερα, όπως ο Διόνυσος, που χρειά­στηκε να αναγάγη τη μητέρα του Σεμέλη. Όταν την επανέφερε στον Επάνω Κόσμο, την ονόμασε Θυώνη και, ως θεός, την πήρε μαζί του στον ου­ρανό. Από τις καταβάσεις ηρώων, η πιο γνωστή ήταν του Ηρακλή, ο οποίος επιστρέφοντας έφερε μαζί του τον Κέρβερο για να τον παρουσιάσει στον Ευρυσθέα. Έλεγαν πως ο Ηρακλής είχε χρησι­μοποιήσει για την κάθοδο το στόμιο του Ταινά­ρου, και για την άνοδο το στόμιο της Ερμιόνης, που ήταν πλησιέστερα στην Τίρυνθα. Ο Άδης δεν αντιτάχθηκε στην επιχείρηση του Ηρακλή, γιατί πήρε τη διαβεβαίωση πως ο Κέρβερος δεν θα έλειπε για πολύ καιρό μακριά από το βασίλειο του Κάτω Κόσμου, αλλά και γιατί είχε προσωπική πείρα της μαχητικότητας του Ηρακλή: κατά την εκστρατεία του ήρωα εναντίον της μεσσηνιακής Πύλου, ο Άδης θέλησε να συμπαρασταθεί στους Πυλίους και πολεμούσε στο πλευρό τους, χτυπή­θηκε όμως από τον Ηρακλή και κατέφυγε στο γιατρό των θεών Παιήονα για να περιποιηθεί τα τραύματα του. Όταν λοιπόν ο Ηρακλής ήρθε στο βασίλειο του και ζήτησε να πάρει το σκύλο του Άδη, ο Άδης τού έθεσε έναν μόνο όρο: να μη χρησιμοποιήσει κατά του Κέρβερου το ξίφος ή τα βέλη του, αλλά να τον καταπαλαίσει με τους βραχίονες και το σώμα του. Ο Ηρακλής σεβάστη­κε την επιθυμία του ΄Αδη και αντιμετώπισε χωρίς όπλα τον Κέρβερο και τα φίδια της ουράς και των νώτων του. Τελικά το θηρίο υπέκυψε και ακολού­θησε ειρηνικά τον Ηρακλή κατά την άνοδο στον Επάνω Κόσμο και κατά την επιστροφή.

Εξίσου γνωστή ήταν η κάθοδος του Ορφέα για την επαναφορά της Ευρυδίκης. Ο Άδης έδειξε και σ' αυτή την περίπτωση κατανόηση, έθεσε όμως πάλι έναν όρο στον Ορφέα: να προπορεύε­ται ο ίδιος οδηγώντας επάνω την Ευρυδίκη αλλά να μη γυρίσει να την αντικρίσει προτού φτάσει στο σπίτι του. Ο Ορφέας, όμως, από τη λαχτάρα του να δει τη γυναίκα του, δεν μπόρεσε να συμμορφωθεί με τη σύσταση και έτσι η Ευρυδίκη ξα­ναγύρισε στον κόσμο των σκιών. Τρίτη κάθοδος ζωντανών ηρώων στον Άδη εί­ναι του Θησέα και του Πειρίθου που είχε σκοπό την απαγωγή της Περσεφόνης, της βασίλισσας του Κάτω Κόσμου, που την ήθελε για γυναίκα του ο Πειρίθους. Οι δυο ήρωες έφτασαν στον Άδη, αλλά πιάστηκαν αιχμάλωτοι. Ο Αδης δεν φανέρω­σε από την αρχή τις κακές προθέσεις του, αλλά προσποιήθηκε πως ετοίμασε γι' αυτούς ξενία. Τους έβαλε να καθίσουν στο θρόνο της Λήθης, όπου όμως προσδέθηκαν με σπείρες μεγάλων φιδιών. Εκεί θα έμεναν δεμένοι για να βασανίζον­ται αιώνια, χωρίς να πεθαίνουν. Οταν ο Ηρακλής κατέβηκε για τον Κέρβερο, έλυσε τον Θησέα, εμποδίστηκε όμως να κάνει το ίδιο και για τον Πειρίθου, που ήταν ο κυριότερος ένοχος και που έμεινε εκεί δεμένος για πάντα. Η βασίλισσα, που την απαγωγή της σχεδίασαν οι δυο αυτοί ήρωες, δεν παρουσιάζεται από τους μύθους ως ύπαρξη του Κάτω Κόσμου, αλλά του Επάνω, από όπου την είχε απαγάγει ο Άδης. Η μητέρα της, η Δήμητρα, που δεν ήξερε την τύχη της κόρης της, πλανιόταν επί εννιά μέρες και εννιά νύχτες χωρίς τροφή αναζητώντας τα ίχνη της πάνω στη γη. Στο τέλος, με τη μεσολάβηση του Δία, πέτυχε να παραμείνει η Κόρη μόνο το ένα τρίτο του έτους με τον Άδη και τα υπόλοιπα δύο τρίτα με τους θεούς του Επάνω Κόσμου και με τους ανθρώπους. Μετά τη συμφωνία, όταν ήρθε η στιγμή να φύγει για πρώτη φορά η Κόρη από τον ' Αδη και να επανέλθει στον Επάνω Κόσμο, ο Άδης τής έδωσε να φάει ένα σπυρί ρόδι, που θα την έκανε να εγκαταλείψει πάλι τη μητέ­ρα της και να ξανάρθει στον άντρα της



theseus-aegean

27 Νοεμβρίου 2013

Απόλλων - Ο Μέγας Θεός του Ολύμπου

Ο Απόλλωνας ανήκει στη δεύτερη γενιά των Ολύμπιων θεών. Είναι καρπός της ερωτικής σχέσης του Δία με τη Λητώ και αδερφός της Άρτεμης.
Ο Δίας, ο πατέρας των θεών και των ανθρώπων, θαμπώθηκε από την ομορφιά της Λητώς που προερχόταν από τη γενιά των Τιτάνων και έσμιξε ερωτικά μαζί της. Η ζηλιάρα Ήρα όμως αγανακτισμένη από τις αναρίθμητες απιστίες του άντρα της με θνητές και θεές και επειδή δεν είχε τη δύναμη να βλάψει το σύζυγό της, εναντιώθηκε στη Λητώ και βάλθηκε να μην την αφήσει με κανένα τρόπο να γεννήσει.
Μάταια η Λητώ έτρεχε κατάκοπη σ' ολόκληρη τη γη, δοκιμάζοντας κάμπους, βουνά και θάλασσες για να γεννήσει τα παιδιά της· ολόκληρη η γη αρνιόταν να τη δεχτεί γιατί φοβόταν την τρομερή εκδίκηση της Ήρας. Μονάχα ένα μικρό πλεούμενο νησί, η Ορτυγία (νησί των Ορτυκιών) ή Αστερία, δέχτηκε να δώσει άσυλο στη δυστυχισμένη Λητώ.
Το νησάκι αυτό ήταν φτωχό και άγονο, δεν μπορούσαν να βοσκήσουν σ' αυτό πρόβατα ούτε βόδια, ούτε όμως και να καρπίσουν αμπέλια ή άλλα δέντρα. Γι' αυτό λοιπόν δε φοβόταν την οργή της θεάς. Ο Απόλλωνας για να ανταμείψει το φτωχό νησί, μόλις γεννήθηκε το στερέωσε για πάντα με τέσσερις στήλες στο βυθό της θάλασσας και του έδωσε το όνομα Δήλος (= Φωτεινή).
Εννιά ολόκληρες μέρες κράτησαν οι πόνοι της γέννας. Η Λητώ ξαπλωμένη στη ρίζα μιας φοινικιάς, του μοναδικού δέντρου που υπήρχε πάνω στο νησί, βογκούσε από τους πόνους και εκλιπαρούσε την Ήρα να της επιτρέψει να γεννήσει τα παιδιά της. Η Αθηνά, η Δήμητρα, η Αφροδίτη και άλλες μικρότερες θεές έτρεξαν να βοηθήσουν τη Λητώ, όμως δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτα χωρίς τη συγκατάθεση της Ήρας, που κρατούσε επάνω στον Όλυμπο την Ειλείθυια, τη θεά των αίσιων τοκετών.
Τελικά, έστειλαν την πολύχρωμη Ίριδα, την αγγελιοφόρο των θεών, για να ζητήσει από την Ήρα να επιτρέψει τον τοκετό, προσφέροντάς της ένα περιδέραιο εξαιρετικής ομορφιάς από μάλαμα και κεχριμπάρι, εννιά πήχεις, που είχε κατασκευάσει στο εργαστήρι του ο μεγάλος τεχνίτης των θεών, ο Ήφαιστος.
Αυτό το δώρο καταλάγιασε το θυμό της Ήρας, που έστειλε την Ειλείθυια στη Δήλο. Η Λητώ εξαντλημένη από τους αβάσταχτους πόνους τόσων ημερών γονάτισε στη ρίζα της φοινικιάς και έφερε στον κόσμο πρώτα την Άρτεμη και αμέσως μετά τον Απόλλωνα. Την ώρα της γέννας του θεού ιεροί κύκνοι πετούσαν πάνω από το νησί κάνοντας εφτά κύκλους, γιατί ήταν η έβδομη μέρα του μήνα.
Η Λητώ δεν πρόλαβε να θηλάσει καθόλου το νεογέννητο θεό. Μόλις γεννήθηκε, η Θέμιδα έσταξε στο στόμα του μερικές σταγόνες νέκταρ και λίγη αμβροσία και έτσι έγινε το θαύμα: το βρέφος άρχισε να μεγαλώνει απότομα, τα σπάργανα σκίστηκαν και έπεσαν από το σώμα του.
Οι θεές θαμπωμένες από την ομορφιά του, τον καμάρωναν να κάνει βόλτες πάνω στο νησί. Αμέσως ο Απόλλωνας έτρεξε πάνω στον Όλυμπο για να πάρει την ευχή του παντοδύναμου πατέρα του, αλλά και για να γνωρίσει τους υπόλοιπους θεούς. Ο Δίας καλοδέχτηκε το γιο του και του πρόσφερε πάρα πολλά πλούσια και πανέμορφα δώρα. Ανάμεσα σ' αυτά ήταν μια ολόχρυση μίτρα στολισμένη με ρουμπίνια και σμαράγδια, που συμβόλιζε τη δύναμη του θεού και είχε πάνω σκαλισμένες σκηνές από τη ζωή των Ολυμπίων.
Επίσης, ο Δίας του χάρισε μια λύρα που ο Απόλλωνας την αγαπούσε πολύ και κάθε φορά που έπαιζε, με τη μουσική του μάγευε θεούς και ανθρώπους· επιπλέον ένα πανώριο άρμα ζεμένο με εφτά ολόλευκους κύκνους που μετέφεραν το θεό σε όποιο σημείο της γης ή του ουρανού επιθυμούσε.
Αμέσως μετά ο Δίας διέταξε τις Ώρες να στρώσουν τραπέζι με νέκταρ και αμβροσία για να καλωσορίσουν όλοι μαζί τον καινούριο θεό πάνω στον Όλυμπο. Ακολούθησε τρικούβερτο γλέντι μέχρι το πρωί. Ο Απόλλωνας έπαιζε με τη λύρα του και χόρευαν οι Χάριτες, η Αρμονία, η Ήβη, η Αφροδίτη και η Άρτεμη· σε λίγο μπήκαν στο χορό και ο Ερμής με τον Άρη.
Μια άλλη όμως παράδοση διηγείται ότι αμέσως μετά τη γέννησή του οι κύκνοι μετέφεραν τον Απόλλωνα στη χώρα τους που βρισκόταν στις όχθες του Ωκεανού, τους Υπερβόρειους· εκεί καθιέρωσαν τη λατρεία του θεού που τη γιόρταζαν αδιάκοπα. Ο Απόλλωνας έμεινε στη χώρα των Υπερβορείων ένα χρόνο και επέστρεψε στην Ελλάδα κατακαλόκαιρο.
Η φύση ολόκληρη γιόρτασε με κάθε τρόπο την επιστροφή του μεγάλου θεού με γλέντια και τραγούδια· τα τζιτζίκια και τ' αηδόνια τραγουδούσαν και τα νερά των πηγών ήταν πιο καθαρά. Οι Νύμφες και οι Νεράιδες των ποταμών και των λιμνών χόρευαν μερόνυχτα ολόκληρα στα βουνά και τα ξέφωτα. Κάθε χρόνο στους Δελφούς γιόρταζαν αυτή την επιστροφή του με εκατόμβες, δηλαδή ομαδικές θυσίες εκατό ζώων.
Στους Δελφούς ο Απόλλωνας σκότωσε ένα φοβερό δράκοντα που ονομαζόταν Πύθωνας και είχε δέκα χέρια και τέσσερα μάτια. Ο δράκοντας αυτός που έμοιαζε με τεράστια σαύρα έκανε πολλές καταστροφές στην περιοχή. Θόλωνε τα νερά αναταράζοντας τις πηγές και τα ποτάμια, κατέστρεφε τις καλλιέργειες, καταβρόχθιζε τα κοπάδια και τρόμαζε τις Νύμφες όταν μάλιστα ήταν πολύ μανιασμένος, στραγγάλιζε και κατάπινε τους ανήμπορους κατοίκους. Εξάλλου, αυτό το τέρας είχε κυνηγήσει, με εντολή της Ήρας, τη Λητώ όταν έψαχνε τόπο για να γεννήσει τα παιδιά της.
Ο Απόλλωνας με τα ολόχρυσα βέλη που του χάρισε ο Ήφαιστος εξόντωσε τον Πύθωνα και έτσι απάλλαξε τους κατοίκους της περιοχής που για να θυμούνται το κατόρθωμά του καθιέρωσαν προς τιμή του αγώνες οι οποίοι ονομάστηκαν Πυθικοί Αγώνες. Επίσης, έχτισαν ένα μαντείο, το μαντείο των Δελφών, όπου εκεί η Πυθία καθισμένη πάνω στον ιερό τρίποδα, μασώντας φύλλα δάφνης σε κατάσταση ένθεης μανίας αποκάλυπτε τους διφορούμενους χρησμούς του θεού.
Από το μαντείο αυτό πέρασε κάποτε ο ημίθεος Ηρακλής για να ζητήσει χρησμό.
Η Πυθία όμως αρνήθηκε να του απαντήσει, γι' αυτό ο Ηρακλής έκλεψε τον ιερό τρίποδα και πήγε να ιδρύσει αλλού μαντείο. Ο Λοξίας (προσωνυμία του Απόλλωνα για τους διφορούμενους χρησμούς του) καταδίωκε για πολύ καιρό τον Ηρακλή· όταν τον έφτασε, πάλευαν εννιά ολόκληρες μέρες και νύχτες αδιάκοπα, ολόκληρη η γη τρανταζόταν από τα χτυπήματά τους. Τελικά, ο Δίας χώρισε τους δυο αντιπάλους ρίχνοντας ανάμεσά τους έναν κεραυνό.
Ο Απόλλωνας ήταν ένας πανέμορφος θεός, πανύψηλος, με καταπληκτική κορμοστασιά, γαλάζια μάτια και κατάξανθες μακριές μπούκλες. Γι' αυτό είχε πολυάριθμες ερωτικές περιπέτειες με Νύμφες και θνητές.
Έτσι, αγάπησε τη Νύμφη Δάφνη, την κόρη του θεού ποταμού Πηνειού της Θεσσαλίας. Αυτή ήταν πανέμορφη και τη ζητούσαν από τον πατέρα της πολλά παλικάρια και γνωστοί ήρωες. Ο Πηνειός την παρακαλούσε να παντρευτεί για να του χαρίσει εγγόνια. Αυτή όμως, αγύριστο κεφάλι, δεν άκουγε το γέροντα πατέρα της, γιατί προτιμούσε να κυνηγάει μέσα στα δάση και να συντροφεύει την παρθένα Άρτεμη. Όταν κάποτε τη συνάντησε ο Απόλλωνας, θαμπώθηκε από την ομορφιά της και θέλησε να την κάνει δική του.
Η Νύμφη όμως δεν ανταποκρίθηκε στον έρωτα του θεού και κατέφυγε στο βουνό. Μερόνυχτα ολόκληρα ο Φοίβος (προσωνυμία του Απόλλωνα) την κυνηγούσε ανάμεσα στους θάμνους και τα πουρνάρια, φωνάζοντάς της πως δεν ήταν ένας τυχαίος γαμπρός αλλά ο λαμπρός Απόλλωνας που τον τιμούσαν θεοί και θνητοί. Τη στιγμή όμως που κόντευε να τη φτάσει, η Νύμφη παρακάλεσε τον πατέρα της να τη σώσει από το αγκάλιασμα του θεού.
Τότε ο Πηνειός που λυπήθηκε την κόρη του, τη μεταμόρφωσε στο ομώνυμο δέντρο· τα πόδια της έγιναν οι ρίζες της δάφνης, το σώμα της ο κορμός, τα χέρια της τα κλαδιά και τα μαλλιά της τα φύλλα του γνωστού δέντρου. Ο Απόλλωνας κλαίγοντας απαρηγόρητα αγκάλιασε το δέντρο και αφού δεν κατάφερε να σμίξει με τη Νύμφη όσο ήταν ζωντανή, ορκίστηκε ότι στο εξής η δάφνη θα ήταν το ιερό δέντρο του και ο ίδιος θα φορούσε πάντα δάφνινο στεφάνι.
Από τη σχέση του με τη θεά της Θεσσαλίας, τη Νύμφη Κυρήνη, ο Απόλλωνας απέκτησε ένα γιο, τον Αρισταίο.
Η Κυρήνη ζούσε άγρια ζωή στα δάση της Πίνδου και προστάτευε τα κοπάδια του πατέρα της. Μια μέρα επιτέθηκε χωρίς όπλα σ' ένα λιοντάρι, πάλεψε μαζί του και το νίκησε. Ο Φοίβος είδε το κατόρθωμά της και την ερωτεύτηκε. Κατόπιν την απήγαγε και με το ολόχρυσο άρμα του την οδήγησε, πετώντας πάνω από στεριές και από θάλασσες, στη Λιβύη· εκεί σ' ένα ολόχρυσο παλάτι έσμιξε μαζί της.
Και με τις Μούσες ο Απόλλωνας είχε ερωτικές περιπέτειες. Λένε πως από τη Θάλεια απέκτησε τους Κορύβαντες, δαίμονες που ανήκαν στη συνοδεία του Διόνυσου, μαζί με τους Σάτυρους και τα άλλα ξωτικά του δάσους. Με την Ουρανία απέκτησε τους μουσικούς Λίνο και Ορφέα, που γαλήνευαν τη φύση ολόκληρη παίζοντας τον αυλό τους και εξημέρωναν τα άγρια θηρία. Επίσης, ο Απόλλωνας είναι ο πατέρας του Ασκληπιού, του θεού της Ιατρικής. Λένε πως ο ερωτιάρης θεός έσμιξε με τη Κορωνίδα και την άφησε έγκυο.
Τον καιρό όμως που αυτή περίμενε παιδί έκανε απιστίες στο θεό πηγαίνοντας μ' έναν θνητό. Όταν το έμαθε αυτό ο Απόλλωνας, οργισμένος από την προσβολή, σκότωσε την άπιστη Κορωνίδα. Τη στιγμή όμως που το σώμα της τοποθετήθηκε πάνω στη φωτιά και ήταν έτοιμο να καεί, ο εκδικητικός θεός μεταμορφωμένος σε γύπα όρμησε και τράβηξε από τα σπλάχνα της το παιδί, ζωντανό ακόμη.
Την ίδια ατυχία είχε και με τη Μάρπησσα, τη βασιλοπούλα της Αιτωλίας. Ο θεός αγαπούσε τη νεαρή κοπέλα, αλλά την έκλεψε ο θνητός Ίδας μ' ένα φτερωτό άρμα που του δώρισε ο Ποσειδώνας και την οδήγησε στη Μεσσήνη. Εκεί, ο Ίδας και ο Απόλλωνας χτυπήθηκαν αλλά τους χώρισε ο Δίας.
Η Μάρπησσα είχε δικαίωμα να διαλέξει ανάμεσα στους δυο εραστές. Μάταια ο θεός την παρακαλούσε και της έδινε υποσχέσεις αιώνιας πίστης και αφοσίωσης. Αυτή διάλεξε το θνητό Ίδα, από το φόβο της ότι ο αθάνατος και αιώνια νέος Απόλλωνας θα την παρατούσε στα γεράματά της, όταν θα την εγκατέλειπαν η ομορφιά και η φρεσκάδα της νιότης.
Αλλά και με την Κασσάνδρα, την κόρη του Πρίαμου, ο έρωτας δεν ευνόησε το θεό.
Ο Απόλλωνας αγαπούσε την Κασσάνδρα και για να την κερδίσει της υποσχέθηκε να της μάθει την τέχνη της μαντικής. Η νεαρή βασιλοπούλα δέχτηκε, όταν όμως έμαθε καλά την τέχνη, εγκατέλειψε το θεό. Άλλοι πάλι λένε πως ο θεός έσμιξε τελικά με την Κασσάνδρα και απέκτησε μαζί της τον Τρωίλο.
Στην κυρίως Ελλάδα πίστευαν ότι ο Απόλλωνας ήταν εραστής της τοπικής ηρωίδας Φθίας, από την οποία απέκτησε τρεις γιους: τον Δώρο, τον Λαόδοντα και τον Πολυποίτη, που τους σκότωσε ο Αιτωλός. Στην Κολοφώνα πίστευαν πως ο Απόλλωνας ζευγάρωσε με τη Μαντώ, την κόρη του τυφλού μάντη Τειρεσία και από το σπέρμα του γεννήθηκε ο μέγας μάντης Νόμος.
Στην Κρήτη ο ερωτομανής θεός αγάπησε την Ακάλλη, την κόρη του Μίνωα· καρπός της κρυφής σχέσης τους ήταν ο Μίλητος. Η Ακάλλη μόλις γέννησε, άφησε το νεογέννητο στο δάσος, γιατί φοβόταν τον πατέρα της. Ο Απόλλωνας φρόντισε να ζήσει ο γιος του στέλνοντας λύκους να τον προστατεύουν και μια λύκαινα να τον θηλάζει.
Στην Αθήνα ο σκανταλιάρης θεός βίασε την Κρέουσα, την κόρη του βασιλιά Ερεχθέα. Εκείνη μόλις γέννησε εγκατέλειψε το παιδί σε μια ερημιά. Ο Απόλλωνας φρόντισε να φέρει το μωρό στους Δελφούς, όπου το μεγάλωσε η Πυθία. Αυτός ο γιος του Απόλλωνα που με τόσο άσχημο τρόπο ήρθε στη ζωή ονομάστηκε Ίωνας.Ο Απόλλωνας λέγεται ότι αγάπησε και νέους άντρες.
Πιο σημαντική είναι η ερωτική του περιπέτεια με τον Υάκινθο, έναν παρά πολύ όμορφο νέο. Μια μέρα που έπαιζαν οι δυο τους με το δίσκο ο τρομερός Ζέφυρος (άνεμος), επειδή ζήλευε το θεό, παρέσυρε το δίσκο ο οποίος χτύπησε τον Υάκινθο και τον σκότωσε ακαριαία. Ο Φοίβος απαρηγόρητος από το θάνατο του φίλου του και για να κάνει αθάνατο το όνομά του, τον μεταμόρφωσε στο γνωστό ομώνυμο λουλούδι.
Διηγούνται πως ο Απόλλωνας δυο φορές υποχρεώθηκε να μπει δούλος στην υπηρεσία θνητών. Η πρώτη φορά ήταν όταν μαζί με τον Ποσειδώνα, την Ήρα και την Αθηνά θέλησαν να πάρουν την εξουσία του Δία και γι' αυτό προσπάθησαν να τον δέσουν με τεράστιες σιδερένιες αλυσίδες και να τον κρεμάσουν στον ουράνιο θόλο. Η συνωμοσία όμως απέτυχε και η τιμωρία του Απόλλωνα ήταν να φυλάει τα κοπάδια του βασιλιά της Τροίας Λαομέδοντα, πάνω στις βουνοπλαγιές της Ίδης.
Ο Απόλλωνας έτσι κι έκανε, μια και δεν μπορούσε ν' αντιμιλήσει στον πατέρα του, τον παντοδύναμο Δία. Μόλις όμως πέρασε ο ένας χρόνος, ο Λαομέδοντας αρνήθηκε να πληρώσει το θεό για τις υπηρεσίες του και τον έδιωξε κακήν κακώς.
Όταν αυτός διαμαρτυρήθηκε, τον απείλησε ότι θα του κόψει τ' αυτιά και θα τον πουλήσει σαν δούλο. Μόλις ο Απόλλωνας ξαναβρήκε τη θεϊκή του δύναμη, έστειλε φονικό λοιμό στην Τροία που ρήμαζε τη χώρα για έξι ολόκληρους μήνες. Οι γυναίκες γεννούσαν νεκρά παιδιά, τα κοπάδια αποδεκατίζονταν και τα σπαρτά ξεραίνονταν χωρίς να δίνουν καρπούς.
Ο Απόλλωνας πέρασε τη δοκιμασία του βοσκού και για δεύτερη φορά. Αυτό έγινε όταν ο Δίας κεραυνοβόλησε τον Ασκληπιό, γιατί είχε προοδεύσει τόσο πολύ στην ιατρική, ώστε κατόρθωνε να ανασταίνει νεκρούς. Ο Φοίβος πληγώθηκε από το θάνατο του γιου του και για να εκδικηθεί σημάδεψε με τα ολόχρυσα βέλη του πάνω από τον Όλυμπο τους Κύκλωπες που είχαν κατασκευάσει τον κεραυνό.
Ο Δίας αγανακτισμένος πια από τη συμπεριφορά του Απόλλωνα δεν αστειευόταν καθόλου· ήθελε να φυλακίσει το γιο του στα ολοσκότεινα και αφιλόξενα Τάρταρα, στα έγκατα της μάνας Γαίας. Όμως η Λητώ τον παρακάλεσε να ελαφρύνει την ποινή του. Τότε μόνο ο Δίας υποχώρησε και διέταξε τον Απόλλωνα να μπει στην υπηρεσία του βασιλιά Άδμητου. Όταν ο Απόλλωνας έφτασε στις Φέρρες της Θεσσαλίας και παρουσιάστηκε στον Άδμητο, αυτός από τη γλυκύτητα της μορφής του και τη θεϊκή ομορφιά του κατάλαβε πως ήταν κάποιος θεός μεταμορφωμένος σε θνητό.
Έπεσε στα γόνατά του και του πρόσφερε το θρόνο του. Ο Απόλλωνας όμως του εξήγησε ότι ήταν θέλημα του Δία να δουλέψει στην υπηρεσία του και συγκινημένος από την καλή συμπεριφορά και το σεβασμό του Άδμητου, έφερε την ευημερία στο παλάτι και σ' όλη τη χώρα· όλες οι αγελάδες γεννούσαν δυο μοσχάρια τη φορά, τα χωράφια κάρπιζαν δυο φορές το χρόνο και όλο και περισσότερα πλούτη συγκεντρώνονταν στα χέρια του ευγενικού Άδμητου.
Ο Απόλλωνας έλαβε μέρος στη Γιγαντομαχία στο πλευρό του πατέρα του Δία. Επίσης συμμετείχε στον Τρωικό πόλεμο και ήταν πάντοτε με το μέρος των Τρώων. Ακόμη συνέβαλε στην ολοκλήρωση της Αργοναυτικής εκστρατείας βοηθώντας τον Ιάσονα να φτάσει στη μαγική χώρα του Αιήτη.Δυο φορές χρειάστηκε ο Απόλλωνας να χρησιμοποιήσει τις σαΐτες του για να υπερασπίσει τη μητέρα του, τη Λητώ.
Η πρώτη φορά ήταν όταν ο γίγαντας Τιτυός επιθύμησε τη Λητώ και προσπάθησε να τη βιάσει. Ο θεϊκός γιος της ενέργησε αστραπιαία· σκότωσε με τα βέλη του το γίγαντα λίγο πριν πραγματοποιήσει την άτιμη σκέψη του.
Κάποια άλλη φορά μαζί με την αδερφή του Άρτεμη εξόντωσαν τα παιδιά της Νιόβης, εκτός από δύο, όταν αυτή καυχήθηκε ότι ήταν πιο ευτυχισμένη και πιο τυχερή από τη Λητώ που είχε μόνο δυο παιδιά, ενώ η ίδια είχε δεκατέσσερα. Ο Απόλλωνας σκότωσε με τα βέλη του τα αρσενικά παιδιά και η Άρτεμη τις κόρες. Ο Δίας λυπήθηκε τη Νιόβη και τη μεταμόρφωσε σε βράχο που κλαίει ακόμη για το χαμό των παιδιών της.
Ο Απόλλωνας ήταν γενικά ο θεός της μουσικής και της ποίησης. Γι' αυτό προέδρευε πάνω στον Ελικώνα, στους αγώνες των Μουσών. Επιπλέον, ήταν θεός και της μαντικής. Πίστευαν ότι εμπνέει τόσο τους μάντεις όσο και τους ποιητές. Επίσης ήταν θεός ποιμενικός που οι έρωτές του με τις Νύμφες και τους νέους που έγιναν λουλούδια τον συνέδεαν με τη βλάστηση και τη φύση. Ήταν ακόμη θεός πολεμιστής που με τα τόξα και τα ολόχρυσα βέλη του μπορούσε να στείλει από μακριά την εκδίκησή του.
Τα ιερά ζώα τα αφιερωμένα στον Απόλλωνα ήταν ο λύκος και το ελάφι. Από τα πουλιά ο κύκνος, ο γύπας και το κοράκι που από το πέταγμά τους έπαιρναν χρησμούς. Τέλος, από τα θαλάσσια ζώα το δελφίνι, που το όνομά του θύμιζε τους Δελφούς, το κυριότερο ιερό του Απόλλωνα. Η δάφνη ήταν το κατεξοχήν ιερό φυτό του θεού.
Ο Απόλλωνας ήταν η προσωποποίηση του φωτός και του ήλιου. Αντιπροσώπευε τις καλές τέχνες, τη μουσική και την ποίηση, που τόσο πολύ λάτρεψαν και καλλιέργησαν οι αρχαίοι Έλληνες.
«ἔστ' ἦμαρ ὅτε Φοίβος πάλιν ελεύσεται καὶ ες αεί ἔσσεται»

11 Νοεμβρίου 2013

Ταράξιππος

Ο Ταράξιππος σύμφωνα με την Ελληνική Μυθολογία ήταν Δαίμονας των αρχαίων που ενέδρευε κυρίως στους ιππoδρόμους και ειδικά στη σφενδόνη αυτών, στις καμπές, όπου τ΄ άρματα έκαναν στροφή. Πίστευαν οι αρχαίοι πως στους αγώνες ακριβώς στη κρίσιμη στιγμή της στροφής παρουσιαζόταν αιφνίδια ο Ταράξιππος, η εμφάνιση του οποίου, αν και αόρατη στους αρματοδρόμους, προκαλούσε το τρόμο των αλόγων με συνέπεια τη συντριβή των αρμάτων και τον όλεθρο των αγωνιζομένων.

6 Νοεμβρίου 2013

Απολλώδωρος: Οὐρανός Πρῶτος Τοῦ Παντός Ἐδυνάστευσε Κόσμου

Ουρανός - Γη
Ο Απολλόδωρος αρχίζει τη θεογονία του με τον Ουρανό ο οποίος ήταν ο πρώτος που εξουσίαζε το σύμπαν.
Πήρε γυναίκα του τη Γη και γέννησε μαζί της τους Εκατόγχειρες, τους Κύκλωπες και τους Τιτάνες. Αργότερα ο Ουρανός έδεσε και φυλάκισε τους Κύκλωπες στον Τάρταρο, έναν σκοτεινό τόπο στον Άδη, που απέχει από τη γη όσο απέχει η γη από τον ουρανό.
Αγανακτισμένη από το χαμό των παιδιών της που πετάχτηκαν στον Τάρταρο, η Γη πείθει τους Τιτάνες να επιτεθούν εναντίον του πατέρα τους και οπλίζει τον μικρότερο από τους Τιτάνες, τον Κρόνο, με ένα ατσάλινο δρεπάνι.

3 Νοεμβρίου 2013

Γίγαντες - Γιγαντομαχία

Οι Γίγαντες γεννήθηκαν από το σώμα της Γης όταν έσταξε πάνω του αίμα από την πληγή του Ουρανού μετά τον ακρωτηριασμό του από τον Κρόνο. Με τον ίδιο τρόπο γεννήθηκαν και οι Ερινύες και οι Μέλιες Νύμφες. Οι Γίγαντες ήταν όντα τρομακτικά και υπερφυσικά. Είχαν μορφή ανθρώπου μα ήταν τρομεροί στην όψη, πελώριοι στο ανάστημα και ακαταμάχητοι στη δύναμη.

31 Οκτωβρίου 2013

Οι Ιερές Ελιές (Μορίες) Της Αρχαίας Αθήνας

Ο μύθος της διαμάχης μεταξύ Αθηνάς και Ποσειδώνα για την πόλη του Κέκροπα είναι γνωστός. Ο Ποσειδώνας χτυπώντας την τρίαινα του έκανε να αναβλύσει μια πηγή, η Αθηνά εμφάνισε την πρώτη ήμερη ελιά με καρπό. Οι Αθηναίοι επέλεξαν την ελιά, η πόλη τους πήρε το όνομα της θεάς και έκτοτε μπορεί να είχαν πρόβλημα με το νερό αλλά ευδοκίμησαν λόγω του ευλογημένου καρπού.

28 Οκτωβρίου 2013

Ο Ωκεανός στην αρχαία Ελληνική Μυθολογία

Ο Ωκεανός (αρχ. ελλ. Ὠκεανός) στην αρχαία Ελληνική Μυθολογία ήταν γιος του Ουρανού και της Γαίας.

Η Ορφική Μυθολογία


Ο Ωκεανός είναι η αρχαιότερη θαλάσσια θεότητα της Ελληνικής Μυθολογίας. Εμφανίζεται για πρώτη φορά στα ορφικά ποιήματα μαζί με την Τηθύ. Σύμφωνα με αυτή την εκδοχή, η Νύχτα και ο Αιθέρας γέννησαν ένα ασημένιο αυγό, προφανώς το φεγγάρι.

Τελχίνες Οι Μυθικοί Δαίμονες

Σύμφωνα με την Ελληνική Μυθολογία οι Τελχίνες άλλες φορές είναι θνητοί ενώ άλλες παρουσιάζονται ως μυθικοί δαίμονες. Είχαν κατασκευάσει το οδοντωτό δρεπάνι με το οποίο ο Κρόνος ευνούχισε τον πατέρα του Ουρανό και αργότερα την τρίαινα του Ποσειδώνα, του οποίου την ανατροφή η μητέρα του Ρέα τους είχε εμπιστευθεί.
Βοηθούσαν την Αρτέμιδα στο κυνήγι, ενώ με τις μαγικές ικανότητες που διέθεταν, παρενέβαιναν στον καιρό, προκαλώντας μαγικές ομίχλες και καταστρέφοντας τις γεωργικές καλλιέργειες με θειάφι και δηλητηριώδες νερό της Στυγός.

13 Δεκεμβρίου 2012

Αταλάντη - Ο μύθος της γυναίκας Αργοναύτη

Ηρωίδα της αρχαιότητας, η πιο γρήγορη από όλους τους θνητούς και η μοναδική γυναίκα αργοναύτης. Η ιστορία της συνδέεται άλλοτε με τους αρκαδικούς κι άλλοτε με τους βοιωτικούς μύθους. 

Οι δυο μύθοι έχουν τόσα κοινά χαρακτηριστικά που δεν μας επιτρέπουν να θεωρήσουμε πως υπήρχαν δυο διαφορετικές ηρωίδες με το ίδιο όνομα.

Κατά τον αρκαδικό μύθο, η Αταλάντη, ήταν κόρη του Ιασίου (ή του Σχοινέως) και της Κλυμένης. Πατρίδα της ήταν το Λύκαιον, το Μαίναλο ή η Τεγέα.