Από την Λίλιαν Σίμου
Για πολλά χρόνια, για αιώνες ολόκληρους, οι μελετητές των άστρων, χρησιμοποιούσαν στην αστρονομική και στην αστρολογική γνώση, το γεωκεντρικό σύστημα. Αυτό έφερε δυσκολίες και καθυστερήσεις στο να γίνει τελικά αποδεκτό, πως η Γη γυρίζει! Στην αρχαιότητα, αστρονόμοι όπως ο Αρίσταρχος για παράδειγμα, είχαν δηλώσει αυτή τους την άποψη. Ωστόσο, για αιώνες όλοι μελετούσαν γεωκεντρικά τον Ουρανό, και μάλιστα στον αστρολογικό χώρο, επικράτησε μέχρι τους πρόσφατους αιώνες, η βιβλιογραφία του Κλαυδίου Πτολεμαίου. Έργο σημαντικό, ωστόσο κι αυτό της γεωκεντρικής άποψης.
Η ηλιοκεντρική θεωρία που προτάθηκε από τον Αρίσταρχο βρήκε τον τρόπο της προώθησής της στην Ευρώπη μέσω των μεταφράσεων αραβικών κειμένων. Συζητήθηκε στους κύκλους των επιστημόνων δεδομένου ότι υποστηρίχθηκε στην αρχαία Ελλάδα, αλλά το σύστημα του Πτολεμαίου, υποστηριζόταν σαν το μόνο που μπορούσε να δώσει σαφή εξήγηση της πλανητικής κίνησης στην πρακτική χρήση. Η ηλιοκεντρική θεωρία παρέμεινε θεωρητική καθώς τα όργανα δεν ήταν αρκετά καλά να ανιχνεύσουν οποιαδήποτε στοιχεία γύρω από την ηλιοκεντρική. Αυτό φυσικά, διευκόλυνε τις κάθε είδους πολιτικο-θρησκευτικές δογματικές θέσεις, για απόκρυψη σημαντικών στοιχείων, πάνω στη δημιουργία του Σύμπαντος. Ο Άνθρωπος θεωρήθηκε ως το μόνο θείο Δημιούργημα και σαν το κέντρο του Σύμπαντος. Κάθε αντίθετη άποψη, θεωρήθηκε αιρετική και διώχθηκε σθεναρά.
Σε μία προσπάθεια να αποκατασταθεί αυτό, ο Ρεγκιομοντάνους (1436-76) ίδρυσε το πρώτο ευρωπαϊκό παρατηρητήριο, το οποίο καθιέρωσε στη Νυρεμβέργη το 1471.
Ο Ρεγκιομοντάνους γεννήθηκε σε Konigsburg στην Πρωσία. Ήταν ένα παιδί-θαύμα που πήγε στο πανεπιστήμιο της Λειψίας στην ηλικία των 11 ετών, δημοσίευσε το πρώτο ημερολόγιό του στην ηλικία των 12 και στην ηλικία των 15 συνέθετε τα ωροσκόπια για τον αυτοκράτορα Frederick ΙΙΙ. Ο Ρεγκιομοντάνους έγινε διάσημος ως μαθηματικός. Έκανε σημαντικές προόδους στη σφαιρική τριγωνομετρία και ανέπτυξε το σύστημα του αστρολογικού συστήματος οικοθεσίας στον ζωδιακό χάρτη, που φέρει την επωνυμία του. Έγραψε επίσης μια περίληψη της «Μεγίστης», του αστρολογικού βιβλίου του Κλαυδίου Πτολεμαίου, αλλά ήταν ιδιαίτερα δυσαρεστημένος με την εξήγηση της πλανητικής κίνησης και από την χωρίς μελέτη ή απορία, αποδοχή των συναδέλφων του αστρονόμων, αυτού του συστήματος. Ενδιαφέρθηκε για τις εναλλακτικές θεωρίες των αρχαίων Ελλήνων, όπως αυτή του Αρίσταρχου, αλλά συνειδητοποίησε ότι θα απαιτούνταν πολλά στοιχεία παρατήρησης, προτού να μπορέσουν να γίνουν οποιεσδήποτε πρόοδοι. Αναγνώρισε επίσης τους περιορισμούς των σύγχρονων αστρονομικών οργάνων και με τη βοήθεια ενός πλούσιου προστάτη, εξόπλισε το παρατηρητήριό του με τα βελτιωμένα όργανα του σχεδίου του. Με την επιμονή και το ακούραστα ανήσυχο πνεύμα του Ρεγκιομοντάνους, μπόρεσε να έχει γίνει μια σημαντική μεταρρύθμιση της αστρονομίας. Δυστυχώς, όλα αυτά πήραν τέλος από τον πρόωρο θάνατό του στην ηλικία 40. Ακόμα η επιρροή του έπαιξε το ρόλο της στη διαμόρφωση των ιδεών του Κοπέρνικου.
Γεννημένος στο Τορούν στα σύνορα μεταξύ της Πρωσίας και της Πολωνίας, ο Κοπέρνικος μελέτησε την αστρονομία και τα μαθηματικά στο πανεπιστήμιο της Κρακοβίας, κατόπιν πήγε στην Ιταλία όπου σπούδασε στην Μπολόνια και αργότερα, την ιατρική στην Πάντοβα, λαμβάνοντας τελικά το πτυχίο του στη Φερράρα το 1503. Οι κύριοι δάσκαλοί του στην αστρονομία, ο Brudzevsky στην Κρακοβία και ο Νovara στην Μπολόνια, και οι δύο πλέγεται πως ήταν σπουδαστές του Ρεγκιομοντάνους. Η ηλιοκεντρική θεωρία που ήρθε να συνδεθεί με το όνομα του Κοπέρνικου, ήταν ένα κανονικό θέμα συζήτησης και διαμάχης κατά τη διάρκεια των σπουδών του.
Γεννημένος στο Τορούν στα σύνορα μεταξύ της Πρωσίας και της Πολωνίας, ο Κοπέρνικος μελέτησε την αστρονομία και τα μαθηματικά στο πανεπιστήμιο της Κρακοβίας, κατόπιν πήγε στην Ιταλία όπου σπούδασε στην Μπολόνια και αργότερα, την ιατρική στην Πάντοβα, λαμβάνοντας τελικά το πτυχίο του στη Φερράρα το 1503. Οι κύριοι δάσκαλοί του στην αστρονομία, ο Brudzevsky στην Κρακοβία και ο Νovara στην Μπολόνια, και οι δύο πλέγεται πως ήταν σπουδαστές του Ρεγκιομοντάνους. Η ηλιοκεντρική θεωρία που ήρθε να συνδεθεί με το όνομα του Κοπέρνικου, ήταν ένα κανονικό θέμα συζήτησης και διαμάχης κατά τη διάρκεια των σπουδών του.
Ο Κοπέρνικος δεν ενδιαφέρθηκε ιδιαίτερα για την παρατήρηση του ουρανού αλλά αφιερώθηκε στα Πυθαγόρεια μαθηματικά. Θεώρησε ότι η αρμονία του κόσμου αποκαλύφθηκε μέσω της τέλειας γεωμετρίας των πλανητικών τροχιών. Μια τεχνική ατέλεια στο σχέδιο του Πτολεμαίου, τον ανάγκασε για να διατυπώσει την ηλιοκεντρική θεωρία του. Το γεωκεντρικό σύστημα ήταν λίγο λοξό στο θέμα των ομοιόμορφων πλανητικών ταχυτήτων. Στο σύστημα αυτό, κάθε πλανήτης θα εμφανιζόταν να κινείται σε ένα σταθερό ρυθμό (κάτι που υποστήριζε κι ο Πλάτωνας) μόνο εάν θα μπορούσε να φανεί από ένα υποθετικό σημείο στο διάστημα, αποκαλούμενο «equant» του (εξισορροπητικό) . Αν και οι περισσότεροι το δέχονταν χωρίς περαιτέρω έρευνα, ο τελειομανής Κοπέρνικος ενοχλήθηκε από αυτό το υποθετικό σημείο. Κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο μόνος τρόπος να διατηρηθεί το φαινόμενο των τέλειων κύκλων και των ομοιόμορφων ταχυτήτων, ήταν να τοποθετηθεί ο ήλιος στο κέντρο του ηλιακού συστήματος και να αφεθούν οι πλανήτες να περιστραφούν γύρω από αυτόν, όπως ο Αρίσταρχος κάποτε είχε προτείνει. Από τη στιγμή που ο Κοπέρνικος υπέθεσε ότι οι τροχιές των πλανητών είναι κυκλικές, το σχήμα του ήθελε ακόμη αναγκαστικά κάποιες διορθώσεις, αλλά η προσομοίωση ήταν ακριβής.
Για πρώτη φορά, οι πίνακες της πλανητικής κίνησης θα μπορούσαν να υπολογιστούν από τις ηλιοκεντρικές αρχές. Επιπλέον, αυτοί οι πίνακες αποδείχθηκαν ακριβέστεροι από εκείνους που ήταν βασισμένοι στο σύστημα του Πτολεμαίου.
Αν και ο Κοπέρνικος είχε κάνει το μεγάλο βήμα, δεν φάνηκε να θέλει να το εκδώσει άμεσα. Περίπου το 1512 έγραψε το Commentariolus (“συνοπτικά σχόλια”) στο οποίο περιέγραψε το νέο σύστημα. Κυκλοφόρησε σε χειρόγραφη μορφή, μεταξύ μερικών επιλεγμένων μελετητών. Από 1530 είχε συμπληρώσει το κείμενο της σημαντικής εργασίας του de Revolutionibus («στις επαναστάσεις των θεϊκών σφαιρών») αλλά κράτησε το χειρόγραφο κλειδωμένο μακριά και δεν έκανε κανένα σχέδιο για να το δημοσιεύσει.
Το κλίμα δεν ήταν ακόμη ευνοϊκό, σίγουρα και οι διώξεις στο πρόσφατο παρελθόν, θα έπαιξαν ρόλο στην διστακτικότητά του. Αν και δυτικοί μελετητές σήμερα, υποστηρίζουν πως η αναποφασιστικότητά του, οφείλετο αποκλειστικά στην ανάγκη να μη γελειοποιηθεί μέσα στον Ακαδημαϊκό χώρο.
Ωστόσο. ο προτεσταντικός αστρονόμος Georg Joachim von Lauten (1514-74), γνωστός ως Rheticus, έπεισε τον Κοπέρνικο να το δημοσιεύσει. Ο Rheticus ήταν καθηγητής των μαθηματικών και της αστρονομίας στο πανεπιστήμιο Wittenberg, το πρόσφατα –τότε- καθιερωμένο κέντρο της προτεσταντικής εκμάθησης. Αν και ο Μαρτίνος Λούθηρος και άλλοι προτεσταντικοί θεολόγοι μίλησαν ενάντια στην ηλιοκεντρική θεωρία , δόθηκε η άδεια να επισκεφθεί ο Rheticus τον Κοπέρνικο, προκειμένου να το συζητήσουν. Μετά από μεγάλες διαπραγματεύσεις έλαβε την άδεια να δημοσιεύσει το «de Revolutionibus» και εμφανίστηκε τελικά τυπωμένη η μελέτη, τον Μάιο του 1543.
Τι ειρωνία της τύχης! Ο Κοπέρνικος πέθανε μέσα σε μερικές ώρες από την παραλαβή του πρώτου αντιγράφου…
Το βιβλίο αυτό, δυστυχώς, δεν έκανε αίσθηση εκείνα τα χρόνια. Πολύ λίγοι άνθρωποι έκαναν τον κόπο να το μελετήσουν. Οι περισσότεροι μάλιστα, θεώρησαν πως το σύστημα ήταν απλά μία μεθοδολογία υπολογισμού χρήσιμη αρκετά, αλλά όχι μία θεωρία της δομής του ηλιακού μας συστήματος.
Η επαναστατική άποψη του Κοπέρνικου, άρχισε να αναδύεται με την εργασία του Γαλιλαίου και του Κέπλερ, στις αρχές του 17ου αιώνα.
Σήμερα πλέον, το σύστημα που κατέθεσε, αφορά την ηλιοκεντρική θεωρία, και συχνά αναφερόμαστε σ’ αυτή ως «σύστημα Κοπέρνικου». Ακριβώς όπως για την γεωκεντρική θεωρία έχουμε το «Σύστημα του Πτολεμαίου». Μέχρι τον Κέπλερ, στην αστρολογική κοινότητα, οι μετρήσεις γίνονταν με το Πτολεμαϊκό σύστημα.
Ωστόσο, πρέπει να υπογραμμίσουμε πως ούτε ο Πτολεμαίος, ούτε ο Κοπέρνικος εφηύραν τα συστήματα αυτά. Ήταν ιδέες που κατέγραψαν για να εξηγήσουν με μαθηματικά πλαίσια τον Ουρανό και τις κινήσεις των άστρων.
Είναι σημαντικό να θυμόμαστε, πως η έννοια του ηλιοκεντρικού συστήματος ήταν γνωστή δύο χιλιάδες χρόνια πριν (τουλάχιστον) από τον Κοπέρνικο, όταν στην αρχαία Ελλάδα, οι μαθηματικοί της εποχής, το είχαν ήδη επισημάνει. Πολύ πριν την παρουσία του Πτολεμαίου, που δήλωσε πως η Γη στέκεται στο κέντρο του Σύμπαντος και σχεδόν όλοι, -με περίεργη ίσως ευκολία (!)- αποδέχθηκαν για αιώνες μετά.
Δεν είναι λάθος να θυμόμαστε, πως οι γνώσεις των επιστημόνων της αρχαίας Ελλάδας, ήταν περισσότερες από όσες φαίνονται σε πρώτο επίπεδο και ίσως δεν έχουν όλες ακόμη αποκαλυφθεί!~
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου