Στο όνομα του Πάπα
Oχτακόσια χρόνια ακριβώς εφέτος (2004) από εκείνη την 13η Απριλίου του 1204, όταν οι Φράγκοι και Φλαμανδοί στην πλειονότητά τους, αλλά και Γερμανοί, Λομβαρδοί, Τοσκάνοι και φυσικά Βενετοί, που αποτελούσαν το σώμα της Δ΄ Σταυροφορίας, κατελάμβαναν και λεηλατούσαν την Κωνσταντινούπολη, στο όνομα του Πάπα Ιννοκεντίου Γ΄ και σε παρέκκλιση της πορείας προς τους Αγίους Τόπους, επωφελούμενοι από τις εσωτερικές διαμάχες και τις δυναστικές έριδες στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Η Δ΄ Σταυροφορία υπήρξε καταλυτική για την μετέπειτα εξέλιξη της ιστορίας αλλά πέρα από τις πολιτικές συνέπειές της, που θα μετρούνται για αιώνες, οι πολιτιστικές εξακολουθούν να υφίστανται μέχρι και σήμερα, εδραιωμένες προ πολλού από το δίκαιο του κατακτητή. «Η Κωνσταντινούπολη άδειασε από κάθε πλούτο δημόσιο, ιδιωτικό και εκκλησιαστικό».
«...Έβλεπε κανείς όχι μόνο τις ιερές εικόνες του Χριστού να θραύονται με αξίνες και να ρίχνονται στη φωτιά, αλλά και τα σεπτά και πανάγια σκεύη να αρπάζονται με θράσος από τους ναούς, να ρίχνονται στη φωτιά και να παρέχονται στα εχθρικά στρατεύματα ως απλούς άργυρος και χρυσός».
Αυτόπτης μάρτυρας των γεγονότων της λεηλασίας της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους το 1204 ο Νικήτας Χωνιάτης, ιστορικός της αλώσεως της Πόλης, περιγράφει με λεπτομέρεια τις δραματικές σκηνές της απογύμνωσης της Βασιλεύουσας από τους θησαυρούς της. Μιλάει για όσα χάθηκαν δια παντός, αλλά και για εκείνα που όδευσαν προς τη Δύση. Για τα χρυσά «βαρυτάλαντα» έπιπλα και τις αργυρές λυχνίες της Αγίας Σοφίας, που μετατράπηκαν σε άμορφη μάζα από τη φωτιά μαζί με την ολόχρυση και στολισμένη με πολύτιμες πέτρες Αγία Τράπεζα, που τεμαχίστηκε και διανεμήθηκε στους λαφυραγωγούς. Αλλά και για εκείνα -ιερά λείψανα και θρησκευτικοί θησαυροί, καθώς και έργα τέχνης- τα οποία μετά την διανομή της λείας έφθασαν στην Βενετία, στη Γαλλία, στη Γερμανία.
Στη συνέχεια, άρχισε η λεηλασία της πόλης. Το αυτοκρατορικό θησαυροφυλάκιο και ναύσταθμος τέθηκαν υπό φρούρηση, αλλά με εξαίρεση αυτά τα δύο, οι στρατιώτες και οι ναύτες είχαν το δικαίωμα να λαφυραγωγήσουν ότι ήθελαν χωρίς διάκριση. Ποτέ στην Ευρώπη δεν είχε πραγματοποιηθεί μια τόσο συστηματική και ανελέητη λεηλασία. Ποτέ ο στρατός ενός χριστιανικού κράτους δεν είχε λεηλατήσει μια πόλη με τόσο βάρβαρο τρόπο, όσο εκείνος με τον οποίο λεηλάτησαν την Πόλη· εκείνοι οι στρατιώτες του Χριστού, που είχαν ορκιστεί να παραμείνουν αγνοί, είχαν υποσχεθεί ενώπιον του Θεού να μη χύσουν χριστιανικό αίμα και έφεραν πάνω τους το έμβλημα του Πρίγκιπα της Ειρήνης. Περιγράφοντας τα εγκλήματα που διέπραξαν οι Σταυροφόροι, ο Χωνιάτης γράφει με οργή. «Πήρατε το σταυρό και ορκιστήκατε πάνω σ' αυτόν και στα ιερά ευαγγέλια, ότι θα περνούσατε από την επικράτεια των χριστιανών χωρίς να χύσετε αίμα και χωρίς να στραφείτε προς τα δεξιά ή προς τα αριστερά. Μας είπατε ότι είχατε πάρει τα όπλα μόνο εναντίον των Σαρακηνών και θα πνίγατε μόνο εκείνους στο αίμα τους. Υποσχεθήκατε να παραμείνετε αγνοί ενόσω φέρατε το σταυρό, όπως άρμοζε σε στρατιώτες που υπηρετούν τη σημαία του Χριστού. Αντί να υπερασπιστείτε τον τάφο του, βιαιοπραγήσατε σε βάρος των πιστών που είναι μέλη του. Φερθήκατε στους χριστιανούς χειρότερα απ' ότι οι Άραβες φέρονται στους Λατίνους, γιατί οι τελευταίοι σέβονται τουλάχιστον τις γυναίκες».
Η λαγνεία των στρατιωτών δεν φείσθηκε ούτε των κοριτσιών ούτε των αφιερωμένων στο Θεό παρθένων. Η βία και η ακολασία ήταν παρούσες παντού. Οι κραυγές, οι θρήνοι και τα βογκητά των θυμάτων αντηχούσαν σε ολόκληρη την πόλη και παντού η λεηλασία ήταν απεριόριστη και η λαγνεία αχαλίνωτη. Αυτοί οι ευσεβείς ληστές, όπως τους αποκαλεί προσφυώς ο Γκούντερ, ενεργούσαν σαν να είχαν άδεια να διαπράξουν οποιοδήποτε έγκλημα. Κράδαιναν τα ξίφη τους και λεηλατούσαν κατοικίες κι εκκλησίες. Η θρησκεία των ηττημένων υφίστατο κάθε είδους προσβολή. Οι μοναχοί και οι ιερωμένοι υπέστησαν προσβλητική μεταχείριση. Οι Σταυροφόροι τοποθετούσαν τα άμφια των ιερέων στις ράχες των αλόγων τους. Οι εικόνες αποσπώνταν ανελέητα από τα πλαίσιά τους ή θρυμματίζονταν. Οι στρατιώτες βεβήλωσα το μέγιστο ναό της Χριστιανοσύνης. Μια πόρνη κάθισε στην πατριαρχική καθέδρα και χόρευε και τραγουδούσε ένα άσεμνο τραγούδι προς τέρψη των στρατιωτών. Η λεηλασία του ίδιου ναού το 1453 εκ μέρους του Μωάμεθ Β΄, δεν ήταν τόσο εκτεταμένη όσο εκείνη εκ μέρους των Σταυροφόρων του Πάπα το 1204. Αυτούς τους ευσεβείς ληστές -νέο Σταυροφόρους- τους γνωρίσαμε πρόσφατα στην Σερβία και τώρα στη μαρτυρική Κύπρο μας, σαν Σχέδιο Ανάν!..
(Ελληνοκαναδική Ορθόδοξη Ιεραποστολική Αδελφότητα «Ορθόδοξη Φωνή»).
«ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΤΥΠΟΣ» 30-04-2004
Αναδήμοσίευση:http://www.pmeletios.com/ar_meletios/ethnikes_eortes/h_alosh_ths_konstantinoypoleos.html
Oχτακόσια χρόνια ακριβώς εφέτος (2004) από εκείνη την 13η Απριλίου του 1204, όταν οι Φράγκοι και Φλαμανδοί στην πλειονότητά τους, αλλά και Γερμανοί, Λομβαρδοί, Τοσκάνοι και φυσικά Βενετοί, που αποτελούσαν το σώμα της Δ΄ Σταυροφορίας, κατελάμβαναν και λεηλατούσαν την Κωνσταντινούπολη, στο όνομα του Πάπα Ιννοκεντίου Γ΄ και σε παρέκκλιση της πορείας προς τους Αγίους Τόπους, επωφελούμενοι από τις εσωτερικές διαμάχες και τις δυναστικές έριδες στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Η Δ΄ Σταυροφορία υπήρξε καταλυτική για την μετέπειτα εξέλιξη της ιστορίας αλλά πέρα από τις πολιτικές συνέπειές της, που θα μετρούνται για αιώνες, οι πολιτιστικές εξακολουθούν να υφίστανται μέχρι και σήμερα, εδραιωμένες προ πολλού από το δίκαιο του κατακτητή. «Η Κωνσταντινούπολη άδειασε από κάθε πλούτο δημόσιο, ιδιωτικό και εκκλησιαστικό».
«...Έβλεπε κανείς όχι μόνο τις ιερές εικόνες του Χριστού να θραύονται με αξίνες και να ρίχνονται στη φωτιά, αλλά και τα σεπτά και πανάγια σκεύη να αρπάζονται με θράσος από τους ναούς, να ρίχνονται στη φωτιά και να παρέχονται στα εχθρικά στρατεύματα ως απλούς άργυρος και χρυσός».
Αυτόπτης μάρτυρας των γεγονότων της λεηλασίας της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους το 1204 ο Νικήτας Χωνιάτης, ιστορικός της αλώσεως της Πόλης, περιγράφει με λεπτομέρεια τις δραματικές σκηνές της απογύμνωσης της Βασιλεύουσας από τους θησαυρούς της. Μιλάει για όσα χάθηκαν δια παντός, αλλά και για εκείνα που όδευσαν προς τη Δύση. Για τα χρυσά «βαρυτάλαντα» έπιπλα και τις αργυρές λυχνίες της Αγίας Σοφίας, που μετατράπηκαν σε άμορφη μάζα από τη φωτιά μαζί με την ολόχρυση και στολισμένη με πολύτιμες πέτρες Αγία Τράπεζα, που τεμαχίστηκε και διανεμήθηκε στους λαφυραγωγούς. Αλλά και για εκείνα -ιερά λείψανα και θρησκευτικοί θησαυροί, καθώς και έργα τέχνης- τα οποία μετά την διανομή της λείας έφθασαν στην Βενετία, στη Γαλλία, στη Γερμανία.
Στη συνέχεια, άρχισε η λεηλασία της πόλης. Το αυτοκρατορικό θησαυροφυλάκιο και ναύσταθμος τέθηκαν υπό φρούρηση, αλλά με εξαίρεση αυτά τα δύο, οι στρατιώτες και οι ναύτες είχαν το δικαίωμα να λαφυραγωγήσουν ότι ήθελαν χωρίς διάκριση. Ποτέ στην Ευρώπη δεν είχε πραγματοποιηθεί μια τόσο συστηματική και ανελέητη λεηλασία. Ποτέ ο στρατός ενός χριστιανικού κράτους δεν είχε λεηλατήσει μια πόλη με τόσο βάρβαρο τρόπο, όσο εκείνος με τον οποίο λεηλάτησαν την Πόλη· εκείνοι οι στρατιώτες του Χριστού, που είχαν ορκιστεί να παραμείνουν αγνοί, είχαν υποσχεθεί ενώπιον του Θεού να μη χύσουν χριστιανικό αίμα και έφεραν πάνω τους το έμβλημα του Πρίγκιπα της Ειρήνης. Περιγράφοντας τα εγκλήματα που διέπραξαν οι Σταυροφόροι, ο Χωνιάτης γράφει με οργή. «Πήρατε το σταυρό και ορκιστήκατε πάνω σ' αυτόν και στα ιερά ευαγγέλια, ότι θα περνούσατε από την επικράτεια των χριστιανών χωρίς να χύσετε αίμα και χωρίς να στραφείτε προς τα δεξιά ή προς τα αριστερά. Μας είπατε ότι είχατε πάρει τα όπλα μόνο εναντίον των Σαρακηνών και θα πνίγατε μόνο εκείνους στο αίμα τους. Υποσχεθήκατε να παραμείνετε αγνοί ενόσω φέρατε το σταυρό, όπως άρμοζε σε στρατιώτες που υπηρετούν τη σημαία του Χριστού. Αντί να υπερασπιστείτε τον τάφο του, βιαιοπραγήσατε σε βάρος των πιστών που είναι μέλη του. Φερθήκατε στους χριστιανούς χειρότερα απ' ότι οι Άραβες φέρονται στους Λατίνους, γιατί οι τελευταίοι σέβονται τουλάχιστον τις γυναίκες».
Η λαγνεία των στρατιωτών δεν φείσθηκε ούτε των κοριτσιών ούτε των αφιερωμένων στο Θεό παρθένων. Η βία και η ακολασία ήταν παρούσες παντού. Οι κραυγές, οι θρήνοι και τα βογκητά των θυμάτων αντηχούσαν σε ολόκληρη την πόλη και παντού η λεηλασία ήταν απεριόριστη και η λαγνεία αχαλίνωτη. Αυτοί οι ευσεβείς ληστές, όπως τους αποκαλεί προσφυώς ο Γκούντερ, ενεργούσαν σαν να είχαν άδεια να διαπράξουν οποιοδήποτε έγκλημα. Κράδαιναν τα ξίφη τους και λεηλατούσαν κατοικίες κι εκκλησίες. Η θρησκεία των ηττημένων υφίστατο κάθε είδους προσβολή. Οι μοναχοί και οι ιερωμένοι υπέστησαν προσβλητική μεταχείριση. Οι Σταυροφόροι τοποθετούσαν τα άμφια των ιερέων στις ράχες των αλόγων τους. Οι εικόνες αποσπώνταν ανελέητα από τα πλαίσιά τους ή θρυμματίζονταν. Οι στρατιώτες βεβήλωσα το μέγιστο ναό της Χριστιανοσύνης. Μια πόρνη κάθισε στην πατριαρχική καθέδρα και χόρευε και τραγουδούσε ένα άσεμνο τραγούδι προς τέρψη των στρατιωτών. Η λεηλασία του ίδιου ναού το 1453 εκ μέρους του Μωάμεθ Β΄, δεν ήταν τόσο εκτεταμένη όσο εκείνη εκ μέρους των Σταυροφόρων του Πάπα το 1204. Αυτούς τους ευσεβείς ληστές -νέο Σταυροφόρους- τους γνωρίσαμε πρόσφατα στην Σερβία και τώρα στη μαρτυρική Κύπρο μας, σαν Σχέδιο Ανάν!..
(Ελληνοκαναδική Ορθόδοξη Ιεραποστολική Αδελφότητα «Ορθόδοξη Φωνή»).
«ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΤΥΠΟΣ» 30-04-2004
Αναδήμοσίευση:http://www.pmeletios.com/ar_meletios/ethnikes_eortes/h_alosh_ths_konstantinoypoleos.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου